10 ομιλίες από το Μουσικολογικό συμπόσιο «Ο Μανώλης Καλομοίρης και η Ελληνική Εθνική Σχολή Μουσικής»

“Ο Μανώλης Καλομοίρης και η Ελληνική Εθνική Σχολή Μουσικής” (μουσικολογικό συμπόσιο – 10 ομιλίες). Ένα επιστημονικό μουσικολογικό συμπόσιο που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των “14ων Ελληνικών Μουσικών Γιορτών” στη Μουσική Βιβλιοθήκη “Λίλιαν Βουδούρη”- Music Library of Greece “L.Voudouri”. Θέμα του, η Εθνική Σχολή Μουσικής η οποία δημιουργήθηκε, με ηγετική μορφή τον Μανώλη Καλομοίρη, ως η ελληνική εκδοχή ενός πανευρωπαϊκού πολιτιστικού κινήματος που αναζητούσε μια ταυτότητα μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Η Εθνική Σχολή μουσικής δημιουργήθηκε ως η ελληνική εκδοχή ενός πανευρωπαϊκού πολιτιστικού κινήματος. Διατηρώντας την πολιτιστική σύνδεση με τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα, αναπτύσσεται σε ένα κοινωνικό περιβάλλον με σημαντικές ιδιαιτερότητες και αποκλίσεις, που αναζητά μια ταυτότητα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η ηγετική μορφή της, ο Καλομοίρης, αποκτά ένθερμους οπαδούς αλλά και φανατικούς εχθρούς. 
 
Η θεματική του συμποσίου εγείρει σημαντικά ζητήματα στη μουσικολογική έρευνα αλλά και στην καλλιτεχνική πράξη. Το συμπόσιο αφιερώνεται στη μνήμη μιας πρωτοπόρου της ελληνικής μουσικολογικής έρευνας, της Ολυμπίας Φράγκου ‐ Ψυχοπαίδη.
 

Νεοελληνική Μουσική και Εθνική Σχολή: θεώρηση της ιστορικής πορείας

Ομιλητής: Τρικούπης Αθανάσιος, Μουσικολόγος, Μουσικοπαιδαγωγός

Η παρούσα ανακοίνωση εξετάζει την ελληνική εθνική μουσική σχολή, επιχειρώντας τη θεώρησή της εντός της συνολικής ιστορικής διαδρομής της νεοελληνικής μουσικής.
 
Κατά τον 19ο αιώνα, η μελοποίηση ελληνικής ποίησης από Επτανήσιους συνθέτες αποτελεί συνειδητή πράξη εθνικής μουσικής δημιουργίας. Αντίστοιχη πρόθεση και υλοποίηση ελληνικού μελοδράματος τεκμηριώνεται μέσα από την επένδυση του ιταλικού μοντέλου όπερας της εποχής τους με ελληνικό κείμενο, θεματική και μουσικά χαρακτηριστικά.
 
Κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, στο εσωτερικό της ελληνικής επικράτειας, σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων συνθετών επηρεάζεται από το γενικότερο κλίμα, που προωθεί την ιδέα της ελληνικής μουσικής δημιουργίας. Κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα οι νέες ευρωπαϊκές τάσεις αρχίζουν ολοένα να κερδίζουν έδαφος. Όλο και περισσότεροι Νεοέλληνες συνθέτες γαλουχούνται σύμφωνα με τις πρωτοπόρες τάσεις της δυτικής Ευρώπης και τις μεταλαμπαδεύουν στο εσωτερικό της χώρας τους.
 
Βάσει των προαναφερομένων εξετάζεται η ενιαία ιστορική συνέχεια της νεοελληνικής μουσικής, η μέχρι πρότινος στρεβλή εικόνα της δήθεν ετεροχρονισμένης ελληνικής εθνικής μουσικής σχολής, όπως επίσης ο συσχετισμός όλων των παρατηρούμενων τάσεων με το διαχρονικό στόχο της αναζήτησης της καλλιτεχνικής ποιότητας και αξίας.
 

Η συνάντηση Καλομοίρη – Χατζιδάκι στα αναλόγια της Ορχήστρας των Χρωμάτων

Ομιλητής: Τσαλαχούρης Φίλιππος, συνθέτης
 
Κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της Ορχήστρας των Χρωμάτων ο Μάνος Χατζιδάκις οργάνωσε μία ολόκληρη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής “Αφιέρωμα στον Μανώλη Καλομοίρη” ενώ ο ίδιος διηύθυνε στο Παλλάς το συμφωνικό ποίημα του Καλομοίρη “Μηνάς ο Ρέμπελος”. Από τις συζητήσεις σχετικά με την επιλογή των έργων αλλά και γενικότερα τις απόψεις του για την Εθνική Σχολή και τους εκφραστές της θα προσπαθήσουμε να εξάγουμε συμπεράσματα σχετικά με την σχετική αισθητική πρόταση του Χατζιδάκι στην αρχή της δεκαετίας του 1990.
 

Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς. Ένα άγνωστο έργο του Μανώλη Καλομοίρη

Ομιλητής: Οικονομίδου Μυρτώ, Μουσικολόγος – Υπεύθυνη Αρχείου Συλλόγου “Μανώλης Καλομοίρης”
 
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου στη συνεδρίαση της 8ης Νοεμβρίου 1913 ενέκρινε την προκήρυξη δευτέρου Αβερώφειου μουσικού Διαγωνισμού. Η σύνθεση αφορούσε έργο για μικτή χορωδία με πιθανή χρήση σολιστών και συνοδεία ορχήστρας, διάρκειας τουλάχιστον 12΄, πάνω σε ποίηση που θα αναφερόταν στα μεγάλα εθνικά γεγονότα των ετών 1912 – 1913. Από τα τρία συνολικά έργα που υποβλήθηκαν, ξεχώρισε για το μουσικό του μέρος το έργο του Καλομοίρη Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, όμως τελικά κανένα δεν κρίθηκε άξιο να βραβευτεί.
 
Από το αυτό το έργο, γραμμένο για μεικτή χορωδία, βαθύφωνο, σοπράνο και ορχήστρα, σώζεται μία αυτόγραφη αχρονολόγητη και ανυπόγραφη παρτιτούρα. Ο Φοίβος Ανωγειανάκης στον Κατάλογο Έργων του Καλομοίρη δεν το έχει περιλάβει στο κύριο σώμα, παρά μόνο σε ένα εισαγωγικό κείμενο στην κατηγορία με παλαιότερα έργα που ο συνθέτης θεωρούσε ότι δεν τον αντιπροσωπεύουν.
 
Στην παρούσα ανακοίνωση γίνεται μία προσπάθεια παρουσίασης ποικίλων παραμέτρων που αφορούν το έργο. Τα ιστορικά γεγονότα στα οποία αναφέρεται το ποιητικό κείμενο, η σχέση του έργου με άλλες συνθέσεις του Καλομοίρη που αφορούν την περίοδο των βαλκανικών πολέμων και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μία σύντομη ματιά σε επιλεγμένα στοιχεία του μουσικού υλικού, καθώς και η χρήση της τελικής ενότητας στο φινάλε της Συμφωνίας της Λεβεντιάς.

Εθνικές σχολές – Ελληνική Εθνική Σχολή Μουσικής – Μανώλης Καλομοίρης

Ομιλήτρια: Μόσχου Μαρία, Μουσικολόγος
 
Στο παρόν δοκίμιο, γίνεται αναφορά των Ευρωπαϊκών Εθνικών Μουσικών Σχολών που αναπτύχθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα με αρχές του 20ου αιώνα, και της αλληλεπίδρασης που είχαν με την Ελληνική Εθνική Σχολή Μουσικής, της οποίας ηγέτης, οραματιστής, εμπνευστής και ιδρυτής υπήρξε ο Μανώλης Καλομοίρης. Συγκεκριμένα, το πώς ο ίδιος κατόρθωσε και υλοποίησε το όραμα αυτό, μέσω και μόνο του μουσικοκριτικού του έργου. Μέσω της αρθρογραφίας του στην εφημερίδα Έθνος, στην οποία άσκησε την μουσικοκριτική του ιδιότητα για μια περίπου τριακονταετία (1926-1958), εκμεταλλεύτηκε, με την θετική έννοια του όρου, την πλατειά απήχηση που του προσέφερε ο τύπος προκειμένου να καταστήσει κοινωνούς του οράματος του, των ιδεών και των στόχων του, τόσο τους απλούς αναγνώστες και ακροατές των μουσικών εκδηλώσεων, όσο και τους επαΐοντες της μουσικής τέχνης (συνθέτες, μαέστρους και εκτελεστές), ακόμα δε και τους υπεύθυνους των μουσικών θεσμών και οργανισμών της εποχής εκείνης.

Οι απόψεις του Μανώλη Καλομοίρη για την Ελληνική Εθνική Μουσική Σχολή όπως αποτυπώνονται στα τραγούδια του για φωνή και πιάνο

Ομιλήτρια: Ρεντζεπέρη Άννα – Μαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
 
Ο Μανώλης Καλομοίρης είναι, ως γνωστόν, ένας από τους πρωτεργάτες της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του έγραψε κείμενα για το πώς θα έπρεπε να γράφουν τα έργα τους οι Έλληνες συνθέτες, ώστε να δημιουργήσουν Ελληνική Μουσική. Όπως αναφέρει και στο «μανιφέστο» του για την Ελληνική Μουσική στο πρόγραμμα της πρώτης συναυλίας με έργα του το 1908, οι Έλληνες συνθέτες θα πρέπει να βασίζονται από τη μια μεριά στη δημοτική μας μουσική και από την άλλη στη μουσική των προοδευμένων στη Δυτική Ευρώπη λαών. Στη συνέχεια σε άλλα κείμενα του αναφέρει ότι οι Έλληνες συνθέτες καλό είναι να αφομοιώνουν την αισθητική των δημοτικών μας τραγουδιών και να δημιουργούν τη δική τους Ελληνική μουσική. Σημαντικό στοιχείο για τη φωνητική μουσική είναι η επιλογή της ζωντανής γλώσσας του λαού, της δημοτικής μας γλώσσας. Στα τραγούδια του για φωνή και πιάνο μελοποιεί ποιήματα σύγχρονων του Ελλήνων ποιητών που ασπάζονται τον δημοτικισμό, όπως ο Κωστής Παλαμάς και άλλοι. Βασίζει συχνά τη μουσική του στις οικογένειες των ελληνικών τρόπων, όπως τις παρουσιάζει στο βιβλίο της Αρμονίας του, και συνθέτει ορισμένες φορές μελωδικές γραμμές με δημοτικοφανή αίσθηση χρησιμοποιώντας και μέτρα των δημοτικών μας τραγουδιών.

Την εισήγηση της Άννας – Μαρίας Ρεντζεπέρη, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, διαβάζει ο Γιώργος Σακαλλιέρος, Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Το Συμφωνικό Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα (1935) του Μανώλη Καλομοίρη: η μεγάλη οργανική μορφή ως αφορμή και μέσον απεικόνισης όψεων του «εθνικού»

Ομιλητής: Σακαλλιέρος Γιώργος, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
 
Η ιδιαίτερη θέση που κατέχει στην εργογραφία του Μανώλη Καλομοίρη το Συμφωνικό Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του 1935, έγκειται στην εξισορρόπηση φαινομενικά ετερογενών παραγόντων: η εκτενής συμφωνική επεξεργασία και η δεξιοτεχνική σολιστική γραφή συνδιαλέγονται με την εμφάνιση παραδοσιακού μουσικού υλικού, τη διαχείρισή του μέσα από δυτικότροπες τεχνικές (παραλλαγές/μεταμορφώσεις, αλλά και τη μεγάλη μορφή) και τη συμβολιστική απεικόνιση προσωπικών ετεροαναφορών κατά το πνεύμα και το γράμμα της Εθνικής Σχολής. Η παρούσα ανακοίνωση εξετάζει το έργο από ιστορική και αναλυτική σκοπιά, μέσα από τις πηγές του μουσικού υλικού (χειρόγραφες και έντυπες εκδοχές), κείμενα προγραμμάτων συναυλιών, κριτικές, κείμενα και αλληλογραφία του Καλομοίρη για το έργο, καθώς και ανέκδοτα κείμενα νεότερων μελετητών. Επιπλέον, η αναδίφηση της παρτιτούρας συναντά την αισθητική ανάλυση της ερμηνείας, μέσω ζωντανών εκτελέσεων και ηχογραφήσεων του έργου, με σκοπό να επισημανθούν, λεπτομερέστερα, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (μελωδική υφή, αρμονικές εξυφάνσεις, ενορχηστρωτικές και μορφοδομικές επιλογές), σε σύγκριση και σχολιασμό με τα γραπτά τεκμήρια. Τέλος, εξετάζεται η θέση του έργου μέσα στη συμφωνική δημιουργία του Καλομοίρη, μέσα στην ευρύτερη νεοελληνική εργογραφία του κοντσέρτου για πιάνο, αλλά και ως παρουσία στην κατηγορία εναλλακτικών «κοντσερτάντε» έργων για πιάνο και ορχήστρα στην έντεχνη δυτικοευρωπαϊκή μουσική, κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, της περιόδου του μεσοπολέμου.

Ο Μανώλης Καλομοίρης και ο «εξελληνισμός» της μουσικής διδασκαλίας

Ομιλητής: Ξανθουδάκης Χάρης, Καθηγητής Ανωτέρων Θεωρητικών και Μουσικής Δημιουργίας, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Ιόνιο Πανεπιστήμιο

«Η Ζωή μου και η Τέχνη μου»: Εθνική πραγματικότητα ή εθνική αφήγηση;

Ομιλητής: Χαρκιολάκης Αλέξανδρος, Μουσικολόγος – Διευθυντής Ορχήστρας
 
Η αυτοβιογραφική αφήγηση της ζωής του Καλομοίρη αποτέλεσε, και εν πολλοίς αποτελεί, βασική πηγή αντίληψης για τις πρώτες δεκαετίες της ζωής του, εξαιτίας κυρίως της έλλειψης ακόμη και σήμερα μιας εμπεριστατωμένης βιογραφίας του. Άλλωστε, η μουσικολογική επιστήμη συχνά χρησιμοποιεί τέτοιου είδους πρωτογενείς πηγές, με την οφειλόμενη φυσικά κριτική αντίληψη όσων περιέχονται σε αυτές. Οι αυτοβιογραφικές σελίδες του Καλομοίρη που περιέχονται στην έκδοση καθώς κι αυτές που βρέθηκαν αργότερα στο αρχείο του, σκιαγραφούν και περιγράφουν όχι μόνο τον χαρακτήρα του συνθέτη αλλά και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής όπου αναδύονται και μεσουρανούν εθνικές ιδεολογίες. Στην ανακοίνωση αυτή γίνεται προσπάθεια ανάδειξης των πτυχών αυτών, λαμβάνοντας υπόψη την πρόσφατη έρευνα όχι μόνο στο πεδίο της ιστορικής μουσικολογίας αλλά και στο πεδίο της ιστορίας και άλλων συναφών αντικειμένων.

Ο Κωνσταντίνος Κυδωνιάτης (1908-1996) και η Εθνική μας Σχολή

Ομιλητής: Κολοβός Χρήστος, Αρχιμουσικός, βιολονίστας, μουσικός ερευνητής
 
Ο Ντίνος Κυδωνιάτης ανήκει στην Εθνική Σχολή της Χώρας του, όπως ο Πορκόφιεφ στη δική του, γράφει ο Τάκης Καλογερόπουλος για το Δάσκαλό του στο Λεξικό του της Ελληνικής Μουσικής «από τον Ορφέα έως σήμερα» (εκδ. Γιαλλελής).
 
Ολοκληρωμένος μουσικός ο Κυδωνιάτης –σολίστ πιάνου, μαέστρος, συνθέτης, Παιδαγωγός—«αναντικατάστατος», όπως έγραφε κάποτε η μεγάλη Κυρία μας της «κλαβιατούρας» Μαρία Χαιρογιώργου-Σιγάρα, υπηρέτησε την Εθνική μας Σχολή μέσα από όλες τις ιδιότητές του με αυταπάρνηση.
 
Εκτός των έργων που συνέθεσε με θέματα παρμένα από την ελληνική νησιωτική και ηπειρωτική ύπαιθρο (π.χ. από 4 Ελληνικές και Δωδεκανησιακές Σουΐτες για πιάνο, 2 τόμους με λαϊκά τραγούδια και χορούς για πιάνο, άλλες ελληνικές σουΐτες για διάφορους συνδυασμούς οργάνων κ.ά.), διηύθυνε επίσης έργα συναδέρφων του αρκετές φορές με την Σ.Ο. του άλλοτε Ε.Ι.Ρ., έπαιξε ως «ακκομπανιατέρ» άλλα και, επίσης, όταν τού δόθηκε η ευκαιρία εντύπως ή ραδιοφωνικώς γνωστοποίησε στο κοινό τις απόψεις του περί ελληνικής μουσικής εθνικής σχολής.

Η χρήση των τρόπων της βυζαντινής και δημοτικής μουσικής στο έργο του Πέτρου Πετρίδη. Η κλίμακα του πρώτου ήχου σε επιλεγμένα παραδείγματα

Ομιλητής: Πεφάνης Λαμπρογιάννης, Υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
 
Η χρήση της τροπικότητας αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη της συνθετικής σκέψης του Πέτρου Πετρίδη. Αρχικά, με εμπειρικό τρόπο και αργότερα με συστηματικό ο Πετρίδης προσπάθησε να αναπτύξει τη χρήση των τρόπων της βυζαντινής και δημοτικής μουσικής στο επίπεδο της πολυφωνίας. Επιχείρησε, λοιπόν να κωδικοποιήσει τις τροπικές κλίμακες και την τροπική αρμονία και αντίστιξη που απορρέουν από αυτές εξετάζοντας τις σχέσεις που προέκυπταν από το ίδιο το μουσικό υλικό και όχι εφαρμόζοντας ένα εξωμουσικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο θα διαμορφώνονταν οι εκάστοτε φθογγικές σχέσεις. Έτσι, κατάφερε να δημιουργήσει ένα προσωπικό τροπικό σύστημα που διατρέχει το μεγαλύτερο μέρος της συνθετικής του δραστηριότητας και το οποίο αντικατοπτρίζει τη χρήση του ελληνικού στοιχείου εντάσσοντας το έργο του Πετρίδη στην εν γένει συζήτηση-προσπάθεια για τη δημιουργία έντεχνης ελληνικής μουσικής. Μία από τις τροπικές κλίμακες που δεσπόζουν στο έργο του είναι αυτή του πρώτου ήχου. Ο τρόπος με τον οποίο ο Πετρίδης αντιλαμβάνεται τους φθόγγους, οι οποίοι δεν αντιστοιχούν σε φθόγγους του δυτικού συγκερασμένου τονικού συστήματος δημιούργησε διάφορες συγκερασμένες εκδοχές της κλίμακας του πρώτου ήχου που είτε παρουσιάζονται αυτόνομα είτε σε συνύπαρξη καθορίζοντας το μουσικό υλικό κατά τον οριζόντιο και κάθετο άξονα.

Πηγή

Top