Τασία Βέρρα, η αξεπέραστη Φωνή της δημοτικής μας παράδοσης

Ένας θρύλος της δημοτικής μουσικής 

 

Του Γιάννη Πανταζόπουλου

Ένα βιβλίο για την «ιέρεια των πανηγυριών» είναι αφορμή για να αναλογιστούμε την ακάματη τραγουδίστρια με εύρος φωνής και τεχνική αρτιότητα που ελάχιστοι άλλοι έχουν. 

Tα πανηγύρια, εδώ και πολλά χρόνια, αποτελούν τόπο συνάντησης, επικοινωνίας, διασκέδασης και ψυχαγωγίας. Σημείο ανταμώματος, σωματικής και συναισθηματικής έκφρασης του λαϊκού πολιτισμού αλλά και μιας παράδοσης της οποίας η ιστορία πάει πίσω στον χρόνο.

Στους θρύλους των πανηγυριών συμπεριλαμβάνεται μια γυναίκα που είναι από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της δημοτικής μας παραδοσιακής μουσικής, η τραγουδίστρια Τασία Βέρρα, η οποία έχει γράψει ατελείωτες ώρες καλλιτεχνικής και αυθεντικής διαδρομής στο δημοτικό τραγούδι.

Το εύρος της φωνής της, η τεχνική αρτιότητα, το ξεχωριστό ύφος και η ικανότητά της την έχουν αναγάγει σε μια αξεπέραστη ερμηνεύτρια που, χωρίς αμφιβολία, συγκαταλέγεται στο πάνθεον των τραγουδιστών της δημοτικής παράδοσης.  

Το βιβλίο αυτό γράφτηκε για να προλάβει τον χρόνο πριν αυτός πάρει μαζί του μια ιστορία, χωρίς αυτή πρώτα να καταγραφεί. Αυτή η καταγραφή γίνεται από πρώτο χέρι, με τρόπο ρεαλιστικό και χωρίς ωραιοποιήσεις. Πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις που μας δείχνουν ήθη, έθιμα, παραδόσεις, συνήθειες, τον τρόπο ζωής και διασκέδασης άλλων εποχών. Την ιστορία της σπουδαίας οικογένειας των Βερραίων και ειδικότερα της ιέρειας των πανηγυριών Τασίας Βέρρα αναδεικνύει το βιβλίο του Άρη Μηλιώνη «Τασία Βέρρα και οι Βερραίοι τραγουδιστάδες» που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Το Δόντι. Πρόκειται για μια αυτοβιογραφική αφήγηση που εστιάζει στη ζωή και το έργο της γνωστής οικογένειας που πρωταγωνίστησε στον χώρο του τραγουδιού και διακρίθηκε στην πολιτιστική παράδοση της χώρας μας.

Το βιβλίο αυτό γράφτηκε για να προλάβει τον χρόνο πριν αυτός πάρει μαζί του μια ιστορία, χωρίς αυτή πρώτα να καταγραφεί. Αυτή η καταγραφή γίνεται από πρώτο χέρι, με τρόπο ρεαλιστικό και χωρίς ωραιοποιήσεις.   

Πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις που μας δείχνουν ήθη, έθιμα, παραδόσεις, συνήθειες, τον τρόπο ζωής και διασκέδασης άλλων εποχών. Μια προσέγγιση στον λαϊκό πολιτισμό μέσα από τα βιώματα της οικογένειας Βέρρα, με ναυαρχίδα την Τασία.   

Οι άνθρωποι αυτοί, που περιπλανήθηκαν με τη μουσική και το ταλέντο τους στις περισσότερες γωνιές της Ελλάδας, και όχι μόνο, έρχονται σε τούτο το βιβλίο να αφήσουν με τις εξιστορήσεις τους ένα ιστορικό αποτύπωμα στην παράδοση και στην τέχνη αυτού του τόπου και να οδηγήσουν τον αναγνώστη σε ένα ταξίδι στον κόσμο του αυθεντικού δημοτικού τραγουδιού και του ελληνικού πανηγυριού» διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο.  

«Γεννήθηκα στις Φαρές Αχαΐας στις 15 Μαρτίου 1941, στα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής. Ο πατέρας μου, που ήταν μουσικός, πήγαινε και έπαιζε στα γύρω χωριά, πότε σε γάμο, πότε σε βαφτίσι ή σε κάποιο πανηγυράκι, κι έτσι τα φέρναμε βόλτα. Πήγα στο δημοτικό σχολείο του χωριού μου, αλλά δεν είχα και πολλή διάθεση για γράμματα, μια και το τραγούδι μου είχε ήδη ξεσηκώσει το μυαλό. Στο σπίτι άκουγα τον πατέρα μου που έπαιζε κλαρίνο και τραγουδούσε όταν ετοιμαζόταν για κάποιο πανηγύρι ή γάμο κι αυτό είχε αποτυπωθεί από νωρίς μέσα μου. Στο σχολείο τραγουδούσα στις πρόβες και στις εκδηλώσεις. Πρώτη σήκωνα πάντα το χέρι μου στην ώρα της μουσικής, αλλά δεν μου άρεσε να είμαι στη χορωδία, ήθελα να με βάζει ο δάσκαλος να τραγουδάω μόνη μου» αφηγείται η Τασία Βέρρα.   Η φωνή της συνδέθηκε με τη χαρά και τη λύπη των ανθρώπων, με τη μέθεξή τους με τον πλούτο των συναισθημάτων, την τελετουργία της δημοτικής παράδοσης και τον λαϊκό πολιτισμό.    

Η φωνή της συνδέθηκε με τη χαρά και τη λύπη των ανθρώπων, με τη μέθεξή τους με τον πλούτο των συναισθημάτων, την τελετουργία της δημοτικής παράδοσης και τον λαϊκό πολιτισμό.

 

Ξεκίνησε την πορεία της στην ηλικία των δέκα ετών, σε ένα πανηγύρι στη Γουριά Αιτωλοακαρνανίας, και βρέθηκε μπροστά στο μικρόφωνο λέγοντας ένα κλέφτικο τραγούδι. Από τότε αντιλήφθηκε ότι είναι προικισμένη φωνητικά. Όπως λέει η ίδια: «Πολλές φορές, δεν μπορούμε να το καταλάβουμε και να το εκτιμήσουμε, γιατί μπαίνει μπροστά ο εγωισμός».
 
Από τότε ο κόσμος της ήταν τα πανηγύρια, οι γάμοι, οι βαφτίσεις και τα κέντρα διασκέδασης. Παραγγελίες, «χαρτούρα», ορχήστρες, ξενύχτια, ποτά, χοροί μέχρι το ξημέρωμα. Κάποιες φορές ήρθε αντιμέτωπη ακόμα και με άγριες καταστάσεις. 
 
Η Τασία Βέρρα έχει περιπλανηθεί στις περισσότερες περιοχές του τόπου μας κι έχει τραγουδήσει σε πλατείες, γήπεδα, καφενεία, μαγαζιά και υπαίθριους χώρους. Μυήθηκε από νωρίς στην αρχέγονη ατμόσφαιρα των δημοτικών γλεντιών, στον παλμό τους.  
 
Η φωνή της συνδέθηκε με τη χαρά και τη λύπη των ανθρώπων, με τη μέθεξή τους με τον πλούτο των συναισθημάτων, την τελετουργία της δημοτικής παράδοσης και τον λαϊκό πολιτισμό.
 
Τα πανηγύρια εμφορούνται ακόμη από το διονυσιακό πνεύμα και εξακολουθούν να θεωρούνται, και από τη νεότερη γενιά, τόπος συνάθροισης ανθρώπων, κεφιού, ξεφαντώματος και μέσο ευθυμίας. 
 

Πανηγύρι 26/10/1952 Αγίου Δημητρίου, Κέντρο Καπουρδέλη στη Ναύπακτο. Από αριστερά: Τασία Βέρρα (τραγούδι), Ηλίας Καλδίρης (βιολί), Φρόσω Βέρρα (τραγούδι, ντέφι), Βασίλης Σαλέας (κλαρίνο), Γιώργος Βέρρας (σαντούρι), Κάρολος Καρνέρης (κιθάρα). Κάτω ένας φίλος.

Στην πολύχρονη πορεία της η Τασία Βέρρα εξέφρασε τα συλλογικά βιώματα και υπό τη συνοδεία των ήχων του κλαρίνου διέδωσε από γενιά σε γενιά τα παραδοσιακά δημοτικά τραγούδια. Στο ρεπερτόριό της περιλαμβάνονται τραγούδια για τη φτώχεια και την ξενιτιά, τον πόνο, την οικογένεια και τη ζωή.

Κλέφτικα, της τάβλας, τσάμικα, καλαματιανά, πάμπολλες ηχογραφήσεις και ιστορικοί δίσκοι αλλά και αξέχαστες θρυλικές ερμηνείες: «Μαραίνομαι ο καημένος», «Χρυσούλα», «Σελήμπεης», «Σήκω, Διαμάντω», «Διαμάντι Δαχτυλίδι», «Ο ήλιος βασιλεύει».

Παράλληλα, άφησε το στίγμα της και στα κέντρα της Αθήνας. «Στην Αθήνα δούλεψα σε πολλά κέντρα με πολύ μεγάλα ονόματα και ο κόσμος που ερχόταν ήταν κατά κύριο λόγο από την επαρχία και είχε εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα.

Ήταν εκτός πραγματικότητας να έρθει κάποιος από το Κολωνάκι να ζητήσει τον “Σελήμπεη”. Μετά τον “Ευρώτα” πήγα στη “Ζούγκλα”, όπου είχε έρθει ένα βράδυ να με ακούσει ο Στέλιος Καζαντζίδης. Μπήκε και κάθισε με την παρέα του κι εγώ άρχισα κανονικά το τραγούδι μου, αλλά αναπάντεχα κόπηκε το ρεύμα κι έπεσε σκοτάδι. Σταμάτησαν όλα. Ανάψανε κάποια κεριά και βλέπω τον Στέλιο να έρχεται και να μου λέει: “Α! Ωρέ Βέρρα, δεν είναι τυχερό μου να σε ακούσω”. “Τι να κάνω, Στέλιο, θέμα τύχης!”» εξιστορεί η Τασία Βέρρα. 

 

1977. Αθήνα. Αναψυκτήριο “Άκρον”. Από αριστερά: Τασία Βέρρα, Γιάννης Μπουρνέλης, Κώστας Βέρρας.

 

Στα κέντρα γίνονταν παραγγελίες και έπρεπε να τραγουδήσεις ό,τι σου ζητούσαν, αλλά, όπως επισημαίνει η κ. Βέρρα, αρκετές φορές επικρατούσε και μια άλλη πλευρά, εκείνη του εγωισμού, που τα χαλούσε όλα.

«Όπως και να το κάνουμε, εκτός από τους δύστροπους, υπήρχαν και άνθρωποι ωραίοι, έξω καρδιά. Στο πατάρι, τότε, με τις παραγγελιές μπορούσες να παρεξηγηθείς. Γιατί έπρεπε να τηρήσεις τη σειρά, σύμφωνα με τα χαρτάκια που σου έδιναν οι παρέες. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον σύγχρονο τρόπο διασκέδασης, που χορεύουν όλοι μαζί. Ό,τι και να τραγουδήσεις, όλοι, χωρίς διακρίσεις, χορεύουν πάνω στην πίστα» τονίζει.

Συνεργάστηκε με πολλούς οργανοπαίχτες, μεγάλα και σημαντικά ονόματα. Τραγούδησε σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, εκτός Κρήτης και Κύπρου, αλλά και σε πολλά μέρη του εξωτερικού. Από το 2006 δεν τραγουδά παρά μόνο στο σπίτι της, στις Φαρές Αχαΐας, όπου ζει μαζί με τον σύζυγό της.  

Αγαπά όλα τα τραγούδια που έχει πει, αλλά ξεχωρίζει τα κλέφτικα και την «Έξοδο του Μεσολογγίου». «Τα καλά σημερινά τραγούδια είναι λίγα, γιατί μ’ έναν στίχο κι ένα ρεφρέν βγαίνει ολόκληρο CD. Μου άρεσε να τραγουδάω πρώτα για τον εαυτό μου, να το νιώθω, χωρίς να προκαλώ και να σκέφτομαι. Τόσα χρόνια στο τραγούδι, ζωή ολόκληρη, έζησα πολλές όμορφες στιγμές. Γνώρισα όμως και στενοχώριες βγαίνοντας στην κοινωνία και στη δουλειά, όταν έρχεται κάποτε να σε ταπεινώσει ο άλλος με τα λεφτά του και την αμορφωσιά του. Αν ξεκινούσα από την αρχή τη ζωή μου, πάλι θα τραγουδούσα, γιατί το τραγούδι με εκφράζει» καταλήγει η Τασία Βέρρα. 

 

Το εύρος της φωνής της, η τεχνική αρτιότητα, το ξεχωριστό ύφος και η ικανότητά της την έχουν αναγάγει σε μια αξεπέραστη ερμηνεύτρια που, χωρίς αμφιβολία, συγκαταλέγεται στο πάνθεον των τραγουδιστών της δημοτικής παράδοσης.

 

Το βιβλίο του Άρη Μηλιώνη κλείνει με κείμενα γνωστών προσώπων της μουσικής που αναφέρονται στη μεγάλη τραγουδίστρια. «Μ’ αυτή την υπέροχη φωνή έχει ερμηνεύσει τα πιο ωραία και δύσκολα δημοτικά τραγούδια, που έγιναν, όπως ήταν φυσικό, μεγάλες επιτυχίες. Ο μοναδικός τρόπος ερμηνείας της έχει γίνει σχολή διδασκαλίας για τους νεότερους» γράφει ο Χρόνης Αηδονίδης.
 
Η Χάρις Αλεξίου λέει με τη σειρά της: «Όταν τραγούδησα δημοτικά τραγούδια μελέτησα για ώρες τη φωνή της, χωρίς να καταφέρω να τη φτάσω ποτέ. Αλλά δεν τη μελέτησα μόνο. Το σπουδαιότερο είναι πως την απόλαυσα. Την άκουσα για τη δική μου ευχαρίστηση. Δάκρυσα με τις ερμηνείες της και ένιωσα δέος μπροστά σε αυτήν τη σπουδαία γυναίκα. Η Τασία Βέρρα χάραξε με τη μορφή της τον αιώνα μας».
 
«Η φωνή της μιλάει στην καρδιά μας. Η φωνή της μας γιατρεύει. Η φωνή της είναι χαρά, παρηγορία, μεράκι, καημός. Η φωνή της είναι ευτυχία» υπογραμμίζει η Γλυκερία, ενώ η Ελένη Τσαλιγοπούλου τη θεωρεί την καλύτερη του δημοτικού τραγουδιού και στέκεται στη «χροιά της φωνής της, η οποία έχει μοναδική υφή». Τέλος, ο Σάββας Σιάτρας σημειώνει: «Η Τασία Βέρρα είναι ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο δημοτικό τραγούδι, στο ανόθευτο δημοτικό τραγούδι. Οι παραδοσιακοί, αυτοδίδακτοι “δημοτικοί” τραγουδιστές, όπως η Τασία Βέρρα, εμπόδισαν την εξαφάνισή του».  
 
Info: Το βιβλίο του Άρη Μηλιώνη «Τασία Βέρρα και οι Βερραίοι τραγουδιστάδες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Το Δόντι (περιλαμβάνει και CD).   
 

Από τηλεοπτική της εμφάνιση στον Alpha το 2008, μαζί με την Χάρις Αλεξίου

 

Πηγή

Top