Αναζητήσεις στη στάχτη των τραγουδιών
Ο Λέοναρντ Κοέν με δικά του λόγια
μτφρ. – ανθολόγηση: Εύη Μαραγκού
εκδ. Μελάνι, σελ. 192
Από τον Διονύση Μαρίνο
Κεντρική εικόνα: «Δεν θέλω η ζωή μου να στρέφεται γύρω από το τραγούδι. Θέλω η ζωή μου να αφήσει τα τραγούδια ως ίζημα», είχε πει σε μία από τις συνεντεύξεις του ο Λέοναρντ Κοέν.
Στις 7 Νοεμβρίου 2016, έναν μόλις μήνα από την κυκλοφορία του ακροτελεύτιου κι όπως αποδείχθηκε προφητικού δίσκου του «You want it darker», ο Λέοναρντ Κοέν τακτοποίησε τις ρωγμές από τις οποίες –κατά τον ίδιο– εισχωρούσε το φως της ζωής και της δημιουργίας, έκλεισε τους λογαριασμούς του και αποχώρησε ήσυχα στο Λος Αντζελες.
Είχε προλάβει να αποχαιρετήσει την αγαπημένη του Μαριάν Ιλέν που «ετοίμασε» τα πράγματά της πιο νωρίς απ’ αυτόν για το ύστατο ταξίδι (πέθανε τον Ιούλιο του 2016) με ένα γράμμα που είχε την αύρα της παντοτινής αγάπης και του ακατάλυτου δεσμού τους κόντρα σε όλα τα γυρίσματα της μοίρας.
Ο Κοέν ήταν πάντα η ενσάρκωση κάθε αβρού συναισθήματος που διαθέτει η ανθρώπινη ψυχική παλέτα. Τον ονόμασαν «ποιητή της απαισιοδοξίας», όμως σε πόσες καρδιές δεν καρποφόρησε η αισιοδοξία όταν τραγουδούσαν τις μπαλάντες του; Τον είπαν «πρίγκιπα των απογοητευμένων» και «νονό της κατήφειας», ωστόσο πόσοι άλλοι καλλιτέχνες κατάφεραν να συδαυλίσουν με τις λέξεις και τις νότες τους τη στείρα ανταρσία κόντρα στη μαυρίλα και δίχως πόζα να τη χρωματίσουν; Ο ποιητής, συγγραφέας και τροβαδούρος Κοέν, ο ανεξάντλητος και πολύπλαγκτος Eβραίος που διαπέρασε σχήματα, και μουσικά κινήματα, διατήρησε ώς το τέλος την αυτονομία του κόσμου μέσα στον οποίο έμαθε να δημιουργεί.
Με την ελάχιστη απόσταση που μας παρέχει ο χρόνος της απουσίας του, καίτοι είναι ακόμη νωρίς να καταγραφεί επακριβώς η επιρροή του στη σύγχρονη τέχνη της Δύσης, γίνεται φανερό πως ο Κοέν ήταν ένας από τους ελάχιστους «συνολικούς» καλλιτέχνες των καιρών μας.
Χρησιμοποιώντας όλες τις δυνατότητες του ταλέντου του και τις φόρμες της έκφρασης (πότε την ποίηση, πότε την πεζογραφία και φυσικά τη μουσική) μπόρεσε να δημιουργήσει ένα σύμπαν αμιγώς «Κοενικό».
Αν και ξεκίνησε σε μικρή ηλικία ως γραφιάς, έγινε γνωστός από τα τραγούδια του. Ωστόσο, όλες οι εκφάνσεις της δημιουργίας του συνέτειναν σε κάποια ευδιάκριτα χαρακτηριστικά: ήταν πρωτοπόρος, αρνήθηκε την περιχαράκωση, λάτρεψε τη μείξη των ειδών, εξέφρασε με πηγαίο τρόπο τον έρωτα, τον θάνατο, τη μοναξιά, τη θρησκεία, είχε πάντοτε τεντωμένες τις αντένες του στα κοινωνικά ζητήματα που απασχόλησαν την παγκόσμια κοινότητα τον 20ό αιώνα και πάνω από όλα έμεινε ανθρώπινος δίχως να πέσει στην πλάνη του ποπ ειδώλου.
Ο Λέοναρντ Κοέν, από μια τρελή απόφαση της στιγμής, έγινε και «δικός» μας άνθρωπος: η Υδρα τον μάγεψε, το φως τον υποδέχθηκε, η Ελλάδα τον λάτρεψε και τον τραγούδησε πολλάκις. Το ταξίδι που αποφάσισε να κάνει στο νησί του Αργοσαρωνικού (τη δεκαετία του ’60 ενόσω βρισκόταν στο βροχερό Ιστ Εντ του Λονδίνου του έκανε εντύπωση ένας ηλιοκαμένος ταμίας της Τράπεζας της Ελλάδος επί της οδού Μπανκ) αποδείχθηκε καρμικό από κάθε άποψη.
Συμβαίνει κάποιες φορές, οι καλλιτέχνες να γίνονται οι «υπέροχοι απόκληροι», για να ερανιστούμε τον τίτλο από το δικό του μυθιστόρημα, της περσόνας που έφτιαξαν. Είναι καλοί σ’ αυτό που κάνουν και μοιάζουν γυμνοί σε οτιδήποτε άλλο. Ο Κοέν, επειδή ακριβώς υπήρξε ένας δημιουργός του οποίου το έργο ξεπέρασε τα υλικά από τα οποία φτιάχτηκε (σύμφωνα με τον ορισμό του Οβιδίου), κατάφερε να διαβάζεται και να ακούγεται με την ίδια χάρη.
Η έκδοση «Ο Λέοναρντ Κοέν με τα δικά του λόγια» πιστοποιεί, εντέλει, το προφανές: πίσω από τον καλλιτέχνη Κοέν υπήρχε πάντα ένα δραστήριο και εναργές μυαλό που έπιανε με περισσή ευαισθησία όλα τα ανθρώπινα νήματα και τα ξέμπλεκε μέσα του. Δεν ήταν μόνο ο τροβαδούρος Κοέν, ούτε ο συνθέτης του πολυτραγουδισμένου «Dance me to the end of love» (αν και υπέστη πολλές παρανοήσεις για τη σημασία του), ούτε μόνο ένας ποιητής της μελαγχολίας.
Το προφίλ του
Η ανθολόγηση που έκανε η Εύη Μαραγκού (υπογράφει και τη μετάφραση του βιβλίου) από συνεντεύξεις που έδωσε κατά καιρούς ο Κοέν, σκιαγραφεί ένα προφίλ καλλιτέχνη που στοχάζεται πάνω στην τέχνη του, αλλά στα ζητήματα της ανθρώπινης οντολογίας. Που δεν φοβάται να σκάψει τις στάχτες του οικογενειακού παρελθόντος και να μιλήσει ανοιχτά για ζητήματα αμιγώς προσωπικά. Αλλοτε πικρός και θλιμμένος κι άλλοτε συνειδητοποιημένος και περιχαρής, μα πάντοτε αυθεντικός στην έκφρασή του, δεν διστάζει να πει: «Δεν θέλω η ζωή μου να στρέφεται γύρω από το τραγούδι. Θέλω η ζωή μου να αφήσει τα τραγούδια ως ίζημα».
Η έκδοση συνοδεύεται από τον πρόλογο της Μυρσίνης Γκανά, στον οποίο γίνεται πλήρης καταγραφή του «φαινομένου Κοέν» τόσο ως προς τη συγγραφική του υπόσταση όσο και φυσικά τη μουσική. Και, ναι, έχει δίκιο όπως καταλήγει το σημείωμά της: «Τόσο καλά, δυνατά και σταθερά κάηκε η ζωή του Λέοναρντ Κοέν, που αφήνει πίσω του σκορπισμένη ήδη τη στάχτη των τραγουδιών του». Διότι κι εμείς και όσοι θα έρθουν μετά από εμάς σ’ αυτή τη στάχτη θα αναπέμπουν. Οσο θα είναι ανοιχτές οι ρωγμές να περνάει το φως της ζωής.