Σε ρεμπέτικους δρόμους μέσα από μπαρόκ μονοπάτια
27, 28 και 29 Ιουνίου στην Αγγλικανική Εκκλησία
«Σκλάβος στο γλυκό της φιλί» που λέει και το τραγούδι του Τσιτσάνη από πολύ μικρή ηλικία, άρχισα να μεγαλώνω με και από τη μουσική. Σπουδάζοντάς την ελάχιστα, αλλά ακολουθώντας την πάντα τυφλά κι ορμητικά. Αμετάκλητα εθισμένη στην ενωτική δύναμή της.
Αυτής που φέρνει κοντά άλλοτε τα μέσα κομμάτια του μικροσκοπικού εαυτού μας κι άλλοτε παρέες, γενιές και λαούς ολόκληρους. Με τα χρόνια, έφτασε να με ορίζει αισθητά και να μου δίνει ζωή. Είτε τραγουδώντας την, είτε ακούγοντάς την.
Αυτή η διττή σχέση ήταν ουσιαστικά η εκκίνηση του μουσικού εγχειρήματος που θα παρουσιαστεί στις 27, 28 και 29 Ιουνίου στην Αγγλικανική Εκκλησία. Από τη μία η σχέση τραγουδίσματος με τα ρεμπέτικα τραγούδια κι από την άλλη η σχέση ακρόασης με την μπαρόκ μουσική. Τα πρώτα, τόπος οικείος και γνώριμος για μένα, αλλά ταυτοχρόνως ανεξάντλητος κι ανεξερεύνητος. Η δεύτερη, τόπος σχετικά ξένος και ιδιαίτερα ελκυστικός, αγάπη των τελευταίων χρόνων, κυρίως χάρη στα δύο εγχώρια μουσικά σύνολα Latinitas Nostra, Ex Silentio και την Καμεράτα Ορχήστρα Φίλων Μουσικής.
Όλα ξεκίνησαν από την επιθυμία να αποκτήσουν τα τραγούδια αυτά το μέγεθος που νομίζω ότι φέρουν. Να απεμπλακούν για λίγο από τη συνθήκη του ποτού, του μεζέ και του ξενυχτιού (την οποία πολύ αγαπώ και ως τώρα αυτήν έχω βιώσει) και να σταθούν καθαρά, μεγάλα και πανέμορφα. Όπως ακριβώς είναι δηλαδή. Αρωγός αυτού, ένα ιδιαίτερα ξεχωριστό καλλιτεχνικό ύφος, το μπαρόκ. Μουσική με πυκνό και εγκρατή συναισθηματισμό, διαρκή κινητικότητα της μελωδίας και αδιαμφισβήτητη καλλιέπεια. Δύο μουσικά είδη φαινομενικά αταίριαστα, των οποίων το πάντρεμα δημιουργεί έναν κόσμο ομορφιάς και εξύψωσης. Έναν κόσμο που ευελπιστεί να μας μετακινήσει για λίγο σε ελαφρώς πιο διευρυμένες διαστάσεις από αυτές στις οποίες ζούμε καθημερινά.
Δεν υπήρξε ούτε για μια στιγμή πρόθεση διασκευής ή πειράγματος των τραγουδιών αυτών. Αντιθέτως, οδηγηθήκαμε σε ξανακοίταγμα και επανεκτίμηση των πρώτων εκτελέσεων που ήταν, είναι και θα είναι στέρεες και αγέρωχες, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
(Η ιδέα γεννήθηκε πριν από δυόμισι χρόνια, οπότε και συνέπεσε με την τότε πρώτη υλοποίησή της στη Δράμα, με διαφορετική σαφώς μορφή από τη σημερινή, από τους Δημήτρη Τίγκα, Ιάσων Ιωάννου (δύο εκ των πέντε μουσικών της παρούσας παράστασης), Έλενα Κρασάκη, Αλέξανδρο Ιωάννου και Λίλα Σωτηρίου. Φέτος μπόρεσε να σχηματοποιηθεί και να παρασταθεί, με συγκεκριμένο περιεχόμενο τα μεταπολεμικά ρεμπέτικα τραγούδια, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, φέροντας τον τίτλο «20+1 Μεταπολεμικά Λαϊκά Τραγούδια με Μπαρόκ Ορχήστρα»)