Ποιος ήταν ο Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ και γιατί υπήρξε κορυφαίος της ευρωπαϊκής τζαζ

του Φώντα Τρούσα
 
Δεν ξέρω γιατί, αλλά ακούγοντας τον όρο «ευρωπαϊκή τζαζ» το μυαλό μου πάει κατ’ ευθείαν σε 2-3 μουσικούς (ίσως και σε μερικούς ακόμη). Ο Πολωνός Krzysztof Komeda είναι o ένας, ο Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ είναι ένας δεύτερος… Δεν είμαι απολύτως βέβαιος γιατί συμβαίνει αυτό.

Πιθανώς –αν αναφερόμαστε στους συγκεκριμένους καλλιτέχνες– να παρακινούμαι από το γεγονός πως ηχογραφούσαν στις «άλλες» χώρες, στα σίξτις και τα σέβεντις (και εννοώ όχι στη Δυτική Ευρώπη). Επίσης από το γεγονός πως πέθαναν νέοι (ο Komeda στα 38 του, το 1969, ο Μουσταφά-Ζαντέ, στα 39 του, δέκα χρόνια αργότερα) και πως άφησαν ένα προσωπικό όσο και πρωτότυπο έργο, το οποίο θ’ ανακαλύπτεται και θα επευφημείται διαρκώς.

Στην περίπτωση του Μουσταφά-Ζαντέ λειτουργεί και κάτι άλλο. Παρότι η κόρη του, η Αζίζα Μουσταφά-Ζαντέ, μετέφερε με τη δική της πληθωρική παρουσία τη μνήμη του στα πιο σύγχρονα χρόνια, οι ηχογραφήσεις του ίδιου, που δεν ήταν και τόσο πολλές ενόσω ζούσε, ήταν για χρόνια κρυμμένες. Ήταν δύσκολο να εντοπιστούν εννοώ.

Λένε κάποιοι, υπερβάλλοντας ίσως, πως ο Βαγκίφ ήταν τόσο γρήγορος, ώστε κατάφερνε να παίζει φράσεις με ένα μόνο δάχτυλο, όταν άλλοι πιανίστες χρησιμοποιούσαν τέσσερα! 

Εντάξει, τώρα μπορεί όλα να «κατεβαίνουν» και ν’ ακούγονται στο YouTube, αλλά για εμάς, που ήμασταν μεγάλοι και πριν το 2000, και που προσπαθούσαμε από ‘κείνα τα χρόνια να εντοπίσουμε δίσκους του αζέρου πιανίστα, κάθε ανακάλυψη άλμπουμ του γιορταζόταν σαν «γεγονός». Και γι’ αυτό, ίσως, να έχει μείνει περισσότερο στη μνήμη μου η φάση όταν πρωτάκουσα το δικό του “Jazz Compositions” (1974), παρά όταν άκουσα, φερ’ ειπείν, το “Afric Pepperbird” του Jan Garbarek.

Συνθέσεις όπως οι “Aziza” (αφιερωμένη στην κόρη του προφανώς) και “Caucasus” λυγίζουν σίδερα με την αρμονική γοητεία τους.

 

Γεννημένος στο Μπακού, την πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν το 1940, ο Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ υπήρξε μία από τις ηγετικές μορφές της σύγχρονης σοβιετικής τζαζ, αφού ήδη από τα χρόνια του ’60 με το Τρίο Καύκασος επιχειρεί να ενσωματώσει στις υπερατλαντικές δομές, την παραδοσιακή μουσική της ιδιαίτερης πατρίδας του (μούγκαμ), δημιουργώντας ένα ύφος τροπικής τζαζ στο οποίο κυριαρχούσαν οι λυρικοί τόνοι και ορισμένες φορές ένας κάποιος ακουστικός πεσιμισμός, που αντανακλούσε το αζέρικο φυσικό τοπίο.

Η μουσική του, παρότι υπήρξε αναγνωρισμένη και βραβευμένη σε ποικίλα φεστιβάλ, κυρίως εντός της Σοβιετίας (Ταλίν, Ντόνετσκ κ.ά.), αλλά και εκτός (Μονακό) δεν ηχογραφήθηκε όπως θα της άρμοζε, αφού τα έξι μόλις LP που είδε ο Βαγκίφ να κυκλοφορούν ενόσω ζούσε (φυσικά βγήκαν κι άλλα μετά θάνατον), δεν διαθέτουν και τα καλύτερα ποιοτικά στάνταρντ. (Σε κάποια CD φαίνεται να έχει γίνει κάπως καλύτερη επεξεργασία). Βέβαια κι αυτά τα έξι άλμπουμ δεν είναι λίγα, αν σκεφτούμε πως αν ζούσε την ίδια εποχή στην Ελλάδα ο Μουσταφά-Ζαντέ το πιο πιθανόν θα ήταν να μην είχε ηχογραφήσει κανένα – όπως φερ’ ειπείν ο Μανώλης Μικέλης.

Για τον Βαγκίφ υπάρχουν διάφορα πράγματα που λέγονται στο διαδίκτυο, αν και είναι δύσκολο κάποιες φορές να τα ξεδιαλύνεις. Να καταλάβεις δηλαδή τι υπόκειται σ’ ένα ευρύτερο «αντισοβιετικό» πνεύμα, τι είναι καθαρό ή τι είναι «αστικός μύθος» ή πραγματικότητα.

 

Vagif Mustafazade -Fantaziya

 

Η ουσία πάντως είναι πως ο Βαγκίφ αναγνωρίστηκε νωρίς στη Σοβιετία ως μεγάλος πιανίστας, συνθέτης και αυτοσχεδιαστής, ηχογραφώντας μάλιστα με το περίφημο Τρίο Καύκασος ήδη από το 1966. Φυσικά, τότε ήταν ένας ολοκληρωμένος μουσικός, με σημαντικές κλασικές σπουδές, με τζαζ ακούσματα (π.χ. από την εκπομπή του Willis Conover Jazz Hour, που μεταδιδόταν από τη Φωνή της Αμερικής) και βεβαίως μ’ ένα απίστευτο εκτελεστικό χάρισμα, που σμπαράλιαζε τα πάντα. Στις βασικές επιρροές του θα μπορούσε να αναφερθούν όλοι οι κλασικοί συνθέτες και φυσικά οι Ρώσοι, οι μεγάλοι αζέροι μουσικοί του 20ου αιώνα, όπως ο Ουζεγίρ Χατζιμπέγιοφ ή ο Τοφίκ Κουλίεβ (με τον οποίον θα κάνει κι ένα LP, απ’ όπου και η αχαλίνωτη «Φαντασία» του), και φυσικά οι πιανίστες της τζαζ (ο Thelonious Monk πρώτα-πρώτα, ο Bill Evans, ο McCoy Tyner) κ.ά. 

Λένε κάποιοι, υπερβάλλοντας ίσως, πως ο Βαγκίφ ήταν τόσο γρήγορος, ώστε κατάφερνε να παίζει φράσεις με ένα μόνο δάχτυλο, όταν άλλοι πιανίστες χρησιμοποιούσαν τέσσερα! Το πόσο γρήγορος και απίστευτα ακριβής είναι, εκείνος ένας… υπερ-Χιώτης του πιάνου, φαίνεται φυσικά από τις ηχογραφήσεις του, οι οποίες (για όσους γνωρίζουν τα 88 πλήκτρα, έστω και σ’ ένα ερασιτεχνικό επίπεδο) είναι ασύλληπτες. Συγκλονιστικές είναι φυσικά και για τον κάθε απλό ακροατή, που κρέμεται, κάθε στιγμή, από τα χέρια τούτου του απίστευτου τζάζμαν.

Ένας φίλος μουσικός, από την πρώην Σοβιετία, που ζει χρόνια στην Ελλάδα μου έλεγε κάποτε πως τον Βαγκίφ δεν τον έβγαζαν, τότε, στην τηλεόραση εξαιτίας του μουστακιού του, που ήταν γιγαντιαίο και κάπως ατημέλητο. Και πως δεν γούσταραν οι Σοβιετικοί να δείξουν από το γυαλί, εκείνη την εποχή, στη δεκαετία του ’70, μια τόσο… άξεστη φιγούρα. Ξέρουμε όλοι μας τις «απαιτήσεις» της τηλεόρασης, οπουδήποτε στον κόσμο, αν και δεν μπορώ να πω κάτι συγκεκριμένο σε σχέση με την περίπτωσή μας. Και το λέω τούτο, επειδή σοβιετικά επίσημα βίντεο, με «ζωντανό» Βαγκίφ, υπάρχουν στο YouTube…

1969

1974

 

 Οι δυτικοί μουσικοί (Ευρωπαίοι ή Αμερικάνοι) κατάλαβαν από πολύ νωρίς το τι σήμαινε Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ, όταν τον είδαν και τον άκουσαν να παίζει στο Τζαζ Φεστιβάλ του Ταλίν, το 1967 (υπάρχει και άλμπουμ απ’ αυτή τη διοργάνωση). Μαζί του, στη line-up του φεστιβάλ, το κουαρτέτο του Αμερικανού Charles Lloyd (με τον Keith Jarrett τότε στο πιάνο!), το κουιντέτο του Φινλανδού Erik Lindström, το κουαρτέτο του Πολωνού Zbigniew Namysłowski (είχε παίξει και στο Τζαζ Κλαμπ του Γιώργου Μπαράκου στην Πλάκα, ο Πολωνός, ενώ είχε ηχογραφήσει και δίσκο στην Ελλάδα), το σεξτέτο του Σουηδού Arne Domnérus κ.ά. 

Ένα από τα φοβερά άλμπουμ του Βαγκίφ (Vagif-Mustafa Zade) είναι και το “Jazz Compositions” από το 1974, στην κρατική σοβιετική εταιρεία Μελόντια πάντα, που διαθέτει πέρα από την… άπαιχτη μουσική τού αζέρου πιανίστα κι ένα κείμενο του Λεονίντ Γκερτσίκοβ στο οπισθόφυλλο, γραμμένα σε ρώσικα και αγγλικά. Εκεί υπάρχει και μια δήλωση του Willis Conover (ο αμερικανός DJ της Φωνής της Αμερικής, τον αναφέραμε και πιο πριν) η οποία είχε ως εξής (κάποτε στα σίξτις θα πρέπει να είχε γίνει):

«Ο Μουσταφά-Ζαντέ είναι πιανίστας μέγιστης κλάσης, το λυρικό παίξιμο του οποίου δύσκολα θα βρει όμοιό του στην τζαζ. Είναι ο πιο λυρικός πιανίστας που έχω ποτέ ακούσει». Να λέει κάτι τέτοιο ο Conover, που είχε φάει την τζαζ με το κουτάλι, και ήταν και Αμερικάνος (ας το υπολογίσουμε κι αυτό), δεν είναι μικρή υπόθεση.

Ο Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ πάντα σε τρίο ή, μάλλον, συνήθως με τρίο –εδώ, στο “Jazz Compositions”, με τους Δαβίδ Κόιφμαν κοντραμπάσο και Αρκάντι Νταντασιάν ντραμς– απλώνει μια σειρά συνθέσεων και αυτοσχεδιασμών που έλκουν την έμπνευσή τους από τους παραδοσιακούς σκοπούς μούγκαμ ή τέζνιφ (τραγούδια σε αργό τέμπο, κάπως σαν μπαλάντες), προσφέροντας ένα απολύτως ανεπανάληπτο ακρόαμα. Συνθέσεις όπως οι “Aziza” (αφιερωμένη στην κόρη του προφανώς) και “Caucasus” λυγίζουν σίδερα με την αρμονική γοητεία τους.

1975

1978

Ο Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ θα πεθάνει από καρδιακή προσβολή, μετά από μια συναυλία του στην Τασκένδη, τον Δεκέμβρη του 1979, μόλις στα 39 χρόνια του.

Σήμερα, στο Αζερμπαϊτζάν, είναι εθνικός μουσικός ήρωας.

Αφιερώστε ένα ημίωρο από τη ζωή σας, για να δείτε κάτι ασύλληπτο!

Τουλάχιστον δείτε το πρώτο κομμάτι που διαρκεί περί τα 12 λεπτά. Ο Βαγκίφ Μουσταφά-Ζαντέ, με τους συνεργάτες του Ταμάζ Κουρασβίλι μπάσο, Βλαντιμίρ Μπολντίρεβ κρουστά, Δαβίδ Γιαπαρίτζε ντραμς και Ρομάν Σαρκισιάν τενόρο σαξόφωνο (στο δεύτερο track), ζωντανός στο Τζαζ Φεστιβάλ της Τιφλίδας, το 1978…


Πηγή

Top