Σημαντικό έργο άφησε πίσω της η μουσικολόγος Καίτη Ρωμανού
Κεφάτη, εργατική, γεμάτη ενέργεια και σχέδια υπήρξε μέχρι το τέλος η Καίτη Ρωμανού. (φωτό:Μυρτώ Οικονομίδου)
Από τον Νίκο Α. Δόντα
Εχουν περάσει τουλάχιστον 25 χρόνια από τότε που γνώρισα την Καίτη Ρωμανού. Θυμάμαι κάποιες πρώτες συναντήσεις μας ως μέλη επιτροπών για βραβεία. Μου είχε κάνει εντύπωση η σοβαρότητά της και ένας λόγος λιτός, σαφής και τεκμηριωμένος. Τίποτε περιττό. Αργότερα συνεργαστήκαμε συχνά στο πλαίσιο των «Επτά Ημερών» της «Καθημερινής», όπου πάντοτε με μεγάλη προθυμία συνεισέφερε άρθρα που αφορούσαν την ελληνική μουσική, τη λεγόμενη «εθνική σχολή» αλλά και τους Επτανήσιους. Ηταν, άλλωστε, ένα από τα κύρια ερευνητικά αντικείμενά της.
Αργότερα επεκτάθηκε στη μουσική των Βαλκανίων κι επεκτεινόταν διαρκώς, καθώς ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ήταν η εργατικότητα που τη διέκρινε ώς την τελευταία στιγμή. Σπούδασε Μουσικολογία στο Μπλούμινγκτον (ΗΠΑ), υπήρξε από τους πρώτους που δίδαξαν στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο υπήρξε αναπληρώτρια καθηγήτρια, και συνέχισε μέχρι πολύ πρόσφατα να διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Κύπρου. Είχε διδάξει σε πολλά ωδεία στην ελληνική επικράτεια, υπήρξε μέλος της Ελληνικής Μουσικολογικής Εταιρίας και μέλος της συντακτικής και επιστημονικής επιτροπής του ιστορικού περιοδικού «Μουσικολογία», επιστημονική υπεύθυνη του ελληνικού τμήματος του διεθνούς προγράμματος RIPM (Répertoire International de la Presse Musicale) και συντονίστρια ή μέλος διεθνών ερευνητικών ομάδων για τη μουσική των Βαλκανίων, της Ανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου.
Συνεισέφερε διαρκώς στον διάλογο με νέες δημοσιεύσεις, συμμετέχοντας αδιάκοπα σε μουσικολογικά συνέδρια, ελληνικά και παγκόσμια. Ο κατάλογος των δημοσιεύσεών της σε ελληνική και αγγλική γλώσσα είναι μακρύς και περιλαμβάνει ιδιαιτέρως ευρεία θεματολογία. Το βιβλίο της «Εντεχνη Ελληνική Μουσική στους νεώτερους χρόνους» (2006) παραμένει μέχρι σήμερα το μοναδικό σύγχρονου Ελληνα επιστήμονα, που αποτόλμησε να χαρτογραφήσει ένα εξαιρετικά σύνθετο τοπίο.
Οι παλαιότεροι τη θυμούνται ως μουσικοκριτικό της εφημερίδας «Η Καθημερινή» (1974-1986), ενώ λιγότεροι γνωρίζουν ότι τη δεκαετία του 1960 μαζί με την αδερφή της Μίκα υπήρξε μέλος του χορού και βοηθός μουσικής διδασκαλίας στο «Πειραϊκό Θέατρο» του Δημήτρη Ροντήρη, συμμετέχοντας σε περιοδείες στη Νότια Αμερική.
Οσοι είχαν κερδίσει την εμπιστοσύνη της μιλούν για έναν ζεστό άνθρωπο. Ολοι, όμως, μιλούν για τη γενναιοδωρία της, χαρακτηριστικό αρκετά σπάνιο, ειδικά στον ανταγωνιστικό ακαδημαϊκό χώρο. Οπως πίστευε η ίδια, ένα τεκμήριο από μόνο του μπορεί να έχει κάποια αξία, ωστόσο εκείνο που πραγματικά μετράει είναι τι κάνει κανείς με αυτό, πώς το αξιοποιεί. Υποστήριζε σθεναρά τις αξίες της και δεν δίσταζε να έρθει σε ρήξη με προϊσταμένους αλλά και με φίλους, όταν θεωρούσε ότι κάτι δεν ήταν σωστό.
Κόρη του Γεωργίου Ρωμανού και της Σοφίας Λυδάκη, η Καίτη Ρωμανού γεννήθηκε το 1939, και ύστερα από σύντομη ασθένεια έφυγε από τη ζωή στις 22 Μαΐου. Τελευταία φορά την είδα πέρυσι τον Ιούνιο, όταν μαζί πήγαμε σε φιλική συγκέντρωση. Κεφάτη, γεμάτη ενέργεια, μου μίλησε με ενθουσιασμό για τα ταξίδια της, τη γιόγκα, τα σχέδιά της. Ηταν χαρούμενη.