«Φύσηξε ο Βαρδάρης» της μουσικής στη Θεσσαλονίκη

Από τον Απόστολο Λυκεσά
 
Τρίωρη συναυλία-υπερπαραγωγή για τη στήριξη των καλλιτεχνών ετοίμασαν 120 μουσικοί της πόλης στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, οι οποίοι συνενώθηκαν απρόσμενα σε 9 διαφορετικά πολυπληθή σύνολα που μαγνητοσκόπησαν τη δουλειά τους σε μόλις δύο μέρες με γνώμονα τη μουσική ποικιλία. Τι λένε στην «Εφ.Συν.» τέσσερις πρωτεργάτες της προσπάθειας.
 
Η καλλιτεχνική δημιουργία στη Θεσσαλονίκη παραμένει αρτεσιανή. Παρά τις… φιλότιμες προσπάθειες που καταβάλλονται από την κυβερνητική αβελτηρία μεσούσης της πανδημίας, κόντρα στις ατομικές στερήσεις και με την ψυχολογία στα τάρταρα από τη γενικευμένη απομόνωση, η Θεσσαλονίκη διαθέτει πληθώρα «πηγών» που συντέθηκαν το προηγούμενο διάστημα σε μια κοινή προσπάθεια, το αποτέλεσμα της οποίας είναι εντυπωσιακό και κυρίως διαμηνύει ότι μια νέα γενιά μουσικών, καλλιτεχνών με ευαισθησία, παιδεία, γνώση, μια γενιά με επίγνωση της κληρονομιάς και των μύθων που έχει να διαχειριστεί, όχι μόνο δεν φοβάται αλλά τολμά να φωνάξει πως είναι παρούσα, μαχητική και δημιουργική, είναι έτοιμη να γράψει τη δική της ιστορία.

Μπορεί να θεωρηθεί ως εκκίνηση η σχεδόν τρίωρη συναυλία με τον γενικό τίτλο «Φύσηξε ο Βαρδάρης» -φόρος τιμής στον πριν από δέκα χρόνια χαμένο Νίκο Παπάζογλου- που ετοίμασαν 120 μουσικοί της πόλης στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, οι οποίοι συνενώθηκαν απρόσμενα σε 9 διαφορετικά πολυπληθή σύνολα και μαγνητοσκόπησαν τη δουλειά τους σε μόλις δύο (!) μέρες με γνώμονα τη μουσική ποικιλία, αλλά και την προσπάθεια να εμφανίσουν και να αναδείξουν συνεργασίες όπως η σύμπραξη συνόλων του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος (ΣΜΒΕ) με τη Συμφωνική Ορχήστρα Νέων του Μεγάρου (MOYSA), ένα τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη παιγμένο από τη «Λαϊκή Ορχήστρα» του ΣΜΒΕ μαζί με ένα κλασικό κουαρτέτο εγχόρδων και μια σύγχρονη σύνθεση γραμμένη για Big Band και συμφωνική ορχήστρα και ένα συμφωνικό post rock κομμάτι.

Οι παλιότεροι καταξιωμένοι δημιουργοί -Αργύρης Μπακιρτζής, Γιώργος Καζαντζής, Λιζέτα Καλημέρη, Δημήτρης Μυστακίδης, Δημήτρης Ζερβουδάκης, ο παρουσιαστής της συναυλίας Ιεροκλής Μιχαηλίδης- ήρθαν αρωγοί και εμψυχωτές αυτής της προσπάθειας που θα δείξει στο πανελλήνιο ότι στη Θεσσαλονίκη το νέο δεν περίμενε να λήξει η καραντίνα για να γεννηθεί, είναι ήδη εδώ.

Η συναυλία θα μεταδοθεί στις 2 και 3 Μαΐου από την ΕΡΤ3 (9.30 μ.μ., Κυριακή και Δευτέρα του Πάσχα), με προαιρετικά εισιτήρια των 5 και 10 ευρώ -τα έσοδα θα διατεθούν για την οικονομική ενίσχυση του Ταμείου Αλληλοβοήθειας του ΣΜΒΕ- τα οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προμηθευτούν στην πλατφόρμα ticketservices.gr

Η «Εφ.Συν.» απευθύνθηκε σε τέσσερις από τους βασικούς πρωτομάστορες αυτής της προσπάθειας και συνομίλησε μαζί τους για τη συναυλία και τα τεχνικά προβλήματα στη διοργάνωση, τα ζητήματα επιβίωσης που έχει δημιουργήσει η καραντίνα, τον καλλιτεχνικό συνδικαλισμό που αναγεννήθηκε από τις στάχτες του διά του ΣΜΒΕ, τη σχέση των νέων μουσικών και τραγουδοποιών με τους «μύθους» του παρελθόντος που όχι μόνο δεν μαράθηκαν αλλά, όπως όλα δείχνουν, ήδη είναι στη φάση της ανθοφορίας.

«Η κατάσταση είναι άθλια»


Δημήτρης Σφίγγος, μουσικός, ιδιοκτήτης της μουσικής σκηνής «Πριγκηπέσσα», αναπλ. γραμματέας του ΣΜΒΕ

 Ποια η κατάσταση του καλλιτεχνικού κόσμου της Θεσσαλονίκης μετά από έναν χρόνο λοκντάουν;

Ξεκινώντας από το χρονικό διάστημα θα αναφέρω ότι πρακτικά το lockdown μπορεί να ξεκίνησε τον Μάρτιο του '20 αλλά οι αναβολές, οι ακυρώσεις και η “αναδουλειά” ξεκίνησαν για τους μουσικούς από την αρχή του περασμένου Φλεβάρη. Μετράμε σχεδόν 14 μήνες ανεργίας και απραξίας. Η κατάσταση είναι με μια λέξη άθλια! Δεν υπάρχει σχεδόν καμία καλλιτεχνική δραστηριότητα.  Το χειρότερο δε, είναι ότι δεν διαφαίνεται η προοπτική της επόμενης μέρας. Η προσφορά για εργασία, έστω για διαδικτυακές συναυλίες τις οποίες μόνο οι Δήμοι και οι Περιφέρειες μπορούν να υποστηρίξουν, είναι σχεδόν ανύπαρκτη με ελάχιστες εξαιρέσεις που δεν αρκούν. Δεν υπάρχει καν η πρόβλεψη για πρόβες ή ηχογραφήσεις οι οποίες δεν έχουν εργοδότη, λες και όλοι οι μουσικοί εργάζονται στο Δημόσιο ή παίζουν όλοι στις ελάχιστες μεγάλες παραγωγές.

● Τα κυβερνητικά μέτρα «απάλυναν» τα οικονομικά προβλήματα; 

Ο καλύτερα επιδοτούμενος μουσικός, αυτός δηλαδή που έχει πάρει όλα τα επιδόματα ειδικού σκοπού έχει λάβει από τον Μάρτιο του 2021 μέχρι σήμερα 4538€, αν διαιρέσουμε το ποσό σε 13 μηνιάτικα έχουμε το ιλιγγιώδες ποσό των 349€ ανά μήνα! Στο σύνολο των μουσικών αυτοί που έχουν λάβει το παραπάνω ποσό, δεν υπερβαίνουν το 35% κατά την εκτίμησή μου. Τα ένσημα που αντιστοιχούν στις επιδοτήσεις, κυρωθούν με τις Α.Π.Δ. στον ΕΦΚΑ στα τέλη Μαΐου, οπότε σχεδόν όλοι οι μουσικοί είναι ανασφάλιστοι. Νομίζω ότι αρκούν τα παραπάνω… 

● Έχουν αναδειχθεί στην πραγματική τους έκταση οι δυσκολίες που οι άνθρωποι του χώρου αντιμετωπίζουν;

Όχι δεν έχουν αναδειχθεί και πιθανότατα δεν θα αναδειχθούν. Ο λόγος είναι ότι ο πολιτισμός που αναδεικνύεται από την κυβέρνηση και τα μέσα, έχει να κάνει μόνο με τις κρατικές ή τις μεγάλες παραγωγές όπου απασχολείται ένα 10% των μουσικών. Αυτό το κομμάτι της μουσικής παραγωγής επιλέγουν να παρουσιάσουν ως δείκτη και όχι την μεγάλη μάζα που εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και σε μικρούς χώρους. Εδώ βέβαια φέρουμε ευθύνη ως κλάδος, διότι δεν υπάρχει οι ανάλογη συσπείρωση στις συλλογικότητες. 

«Συναυλία που θα γίνει γέφυρα»


Αγγελος Αθανασιάδης, υπεύθυνος ηχογράφησης, σχεδιασμός ήχου, μίξη ήχου και μάστερ

 Τι ακριβώς θα δουν οι θεατές αυτής της ιδιαίτερης συναυλίας χωρίς θεατές;

Είναι αδύνατο, αρχικά, να παραβλέψει οποιοσδήποτε τη χαρά στα πρόσωπα των μουσικών καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας. Είναι η στιγμή που ξαναβρίσκονται στη σκηνή, έχουν να επικοινωνήσουν όλα όσα έχουν συσσωρευτεί μέσα τους. Είχαμε κι έχουμε πολλά να πούμε. Αυτό διαπνέει όλη τη συναυλία αυτή, μέσω κάθε εμπειρίας της. Είναι η στιγμή που επανέρχεται το χαμόγελο επικοινωνίας μεταξύ μουσικών. Το χαμογελάκι ικανοποίησης, αλλά και ελπίδας επίτευξης του στόχου μας.

Ο θεατής θα έχει για τη διάρκεια της παράστασης τη δυνατότητα να βρεθεί ξανά “κοντά”, να βιώσει εμπειρίες που έχει από καιρό στερηθεί. Τη δόνηση του live. Πρόκειται για μια συναυλία που θα γίνει γέφυρα για να ενώσει τις στιγμές που ο θεατής έζησε στο χθες κι αυτές που περιμένει να ζήσει στο αύριο. Ομάδες τεχνικών ήχου και εικόνας, εννέα μουσικά σχήματα, 120 μουσικοί πέρασαν από το μέγαρο τις ημέρες εκείνες. Η απουσία θεατών παρόλα αυτά δεν ήταν κάτι που μπορούσε να αγνοηθεί. Τα χαμόγελά μας εναλλάσσονται με τον προβληματισμό για την επόμενη ημέρα.  «Είναι τέλειο που το ξαναζούμε όντας ξύπνιοι όλο αυτό, αλλά…. πότε ξανά;». 

Δυστυχώς είναι βαθιά δυσάρεστο συναίσθημα αυτό της αφαίρεσης του τρόπου και χώρου έκφρασης, δε μπορείς να το παραβλέψεις ολότελα ποτέ. Μας έχει ειλικρινά κοστίσει πολύ.

Η συναυλία αυτή, λοιπόν, έχει στόχο να γεμίσει το κενό του σήμερα με ήχο που φέρει ελπίδα. Δυο μοναξιές να ενωθούν. Του καλλιτέχνη που στερείται το κοινό του, αλλά και του κοινού που στερείται τη μαγεία που η μουσική του χαρίζει. Για όσο κρατά αυτή η ένωση, θα νιώθουμε κόντρα στο αδύνατο και την αντιξοότητα της τύχης και των καιρών. Είναι σημαντικό!

● Ποιά ήταν και πως ξεπεράστηκαν τα τεχνικής φύσεως προβλήματα για την συναυλία;

Δόθηκε ιδιαίτερη σημασία εξ αρχής στην καλή οργάνωση, ώστε να προβλεφθούν και να αντιμετωπιστούν τα τεχνικής φύσεως προβλήματα πριν αρχίσει η διαδικασία βιντεοληψίας και ηχογράφησης. Σε αντίθετη περίπτωση, η οποιαδήποτε καθυστέρηση στην κατά τα άλλα ταχύτατη ροή της συναυλίας, θα δημιουργούσε ντόμινο προβλημάτων.

Μία από τις συνθήκες που συναντήσαμε πρώτη φορά κατά τη συναυλία αυτή, ήταν η τήρηση μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των μουσικών, αλλά και η χρήση plexiglass ως μέτρα προστασίας κατά του κορωνοϊού σε συγκεκριμένα όργανα. Αυτά όπως είναι φυσικό δυσκόλεψαν τους μουσικούς στο να ακούν καλά το σύνολο του σχήματος με φυσικό τρόπο, τους βιντεολήπτες και το σκηνοθέτη στο να αξιοποιήσουν όλες τις ιδέες για τα πλάνα τους, πολεμώντας με τις ανακλάσεις, καθώς και τη συνολική διαδικασία ηχοληψίας και μετέπειτα μίξης. Στην τελευταία προστέθηκε η μεγάλη αντήχηση του άδειου υπό τις συνθήκες Μεγάρου Μουσικής, ειδικά κατά τη χρήση ηλεκτρικών οργάνων και drums, καθώς και η ανάγκη ενίσχυσης του ήχου επί σκηνής κατά την ηχογράφηση, πράγμα που επηρεάζει τον τελικό ήχου που λαμβάνουν τα μικρόφωνα.

Όλα αντιμετωπίστηκαν με τη χαμογελαστή διάθεση και τον δυνατό κοινό παλμό του κόσμου που συνετέλεσε στο να βγει με αγάπη και έμφαση στη συνεργασία αποτέλεσμα που θα δείτε στις οθόνες σας.

«Μας εκφράζει η αυτοοργάνωση»


Χρήστος Ελ. Παπαδόπουλος, καλλιτεχνική επιμέλεια και οργάνωση παραγωγής, επιμέλεια Big Band του ΣΜΒΕ

● Καταπιέστηκε η καλλιτεχνική δημιουργία τον χρόνο της πανδημίας ή «άνθισε» με άλλους τρόπους; Η διαδικτυακή παρουσίαση της όποιας δημιουργίαςέλυσε ζητήματα;

Η περίοδος της πανδημίας δεν νιώθω οτι είναι μια ενιαία περίοδος. Στο πρώτο lockdown υπήρξε μια μεγάλη ανάγκη των καλλιτεχνών να κρατήσουν επαφή με το κοινό τους μέσο των social media και των βίντεο από το σπίτι. Υπήρξε μια τεράστια παραγωγή τέτοιων βίντεο, που ήταν λογικό κάποια στιγμή να οδηγήσει στον υπερκορεσμό. Ήταν μια περίοδος που δεν πολυσυζητούσαμε για εισιτήριο σε διαδικτυακές συναυλίες, τουλάχιστον στην Ελλάδα και οι όποιες καλλιτεχνικές προσπάθειες έγιναν για να κρατηθεί ζωντανή η επικοινωνία μεταξύ μας. Δεν θεωρώ οτι υπήρξε κάποια ”άνθιση” και πιστεύω οτι είναι λογικό, γιατί είχαμε μπει σε πρωτόγνωρες διαδικασίες που ο καθένας ήθελε τον χρόνο του για να τις αναλύσει και να τις κατανοήσει. Από το καλοκαίρι και μετά όμως, έγινε πολύ έντονη και ιδιαίτερα σκληρή η προσπάθεια της απλής επιβίωσης των επαγγελματιών του χώρου. Γίνεται ένας διαρκής αγώνας για να
διεκδικήσουμε τα αυτονόητα, που νιώθω οτι πολλές φορές καταπνίγει την έμπνευση και την απαραίτητη ενέργεια που απαιτείται για την
καλλιτεχνική δημιουργία. Η συνθήκη, έχω χρόνο και είμαι ήρεμος σπίτι να μελετήσω και να δημιουργήσω, δεν μπορούμε να πούμε οτι περιγράφει ακριβώς αυτό που ζούμε ως δημιουργοί εδώ και ένα χρόνο. Το αντίθετο μάλιστα. Η διαδικτυακή παρουσία από το Φθινόπωρο και μετά προσπαθεί κάπως να βοηθήσει την οικονομική στήριξη του κλάδου, αλλά σίγουρα όχι να λύσει ζητήματα.

● Τι ακριβώς επιδιώξατε με την οργάνωση της συναυλίας που μαγνητοσκοπήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής;

Η συναυλία αυτή έχει για όλους εμάς που την οργανώσαμε πάρα πολύ μεγάλη σημασία, πρακτική και συμβολική ταυτόχρονα. Η πρώτη και προφανής επιδίωξη είναι να μπορέσουμε να στηρίξουμε οικονομικά, μέσω του ταμείο αλληλοβοήθειας, όσους περισσότερους συναδέλφους γίνεται, σε μια περίοδο που υπάρχει αρκετός κόσμος που δεν μπορεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες. Παράλληλα όμως με αυτή τη θέληση, η συναυλία στήθηκε για να εξυπηρετήσει και κάποιους άλλους καλλιτεχνικούς σκοπούς.

Ως Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος, θεωρήσαμε οτι είναι υποχρέωσή μας σε μια τέτοια συγκυρία, να στηρίξουμε όσο μεγαλύτερο μέρος του καλλιτεχνικού δυναμικού της ευρύτερης περιοχής μπορούμε. Ένα δυναμικό που παλεύει χωρίς ουσιαστική στήριξη να μείνει ενεργό και να προτείνει καινούργιες καλλιτεχνικές παραγωγές. Δημιουργήσαμε για τις ανάγκες της συναυλίας, με τη συμμετοχή περισσότερων από 120 μουσικών και τραγουδιστών, 9 μουσικά σύνολα. Το καθένα εκπροσωπεί και ένα διαφορετικό είδος.

Σκοπός είναι να αναδείξουμε την πολυφωνία και τον πλούτο της καλλιτεχνικής παραγωγής του σήμερα στη Θεσσαλονίκη. Δεν θέλαμε με τίποτα να κάνουμε άλλη μια συναυλία αλληλεγγύης. Η παραγωγή αυτής της συναυλίας, είναι συμπαραγωγή με τον Οργανισμό του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Έχει όμως πολλά από τα στοιχεία αυτοοργάνωσης που μας εκφράζουν και θέλουμε να χαρακτηρίζουν τις δράσεις μας από εδώ και πέρα. Η συνεργασία μας με το Μέγαρο και τους ανθρώπους του υπήρξε άριστη και αποκορύφωμα αυτής της συνεργασίας θεωρούμε οτι αποτελεί η καλλιτεχνική σύμπραξη επί σκηνής συνόλων του Σ.Μ.Β.Ε. με τη Συμφωνική Ορχήστρα Νέων του ΜΜΘ, τη MOYSA.

● Ο Σύλλογος Μουσικών δείχνει να επαναπροσδιορίζει σήμερα την ύπαρξή του, σε μια εποχή που ο συνδικαλισμός φαινόταν να οπισθοχωρεί. Ποια η σχέση του με τους νέους καλλιτέχνες;

Η άποψή μου για τη ζωή, τον συνδικαλισμό και την πολιτική γενικότερα είναι οτι μπορούν μεμονωμένες προσωπικότητες να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ροή της ιστορίας. Ο Σύλλογος και το κάθε σωματείο-φορέας ή αυτόνομη συλλογικότητα, δεν είναι κάτι θεωρητικό. Παίρνει τη μορφή και την κατεύθυνση που του δίνουν σε κάθε εποχή τα ενεργά του μέλη. Δεν μπορώ να πω αν όντως είναι μια στιγμή επαναπροσδιορισμού της ύπαρξης του Σωματείου. Αυτό θα κριθεί στο μέλλον. Το σίγουρο είναι οτι η διοίκηση και κάποιες σημαντικές φυσιογνωμίες της παλαιότερης γενιάς, έκαναν ένα συνειδητό άνοιγμα προς τον νέο κόσμο της πόλης, για να συσπειρωθούμε όλοι γύρω από το σωματείο.

Με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο αυτή η κίνηση. Όλα τα κινήματα είτε πολιτικά είτε καλλιτεχνικά, χρειάζονται τη συμμετοχή των νέων ανθρώπων, με την υποστήριξη της εμπειρίας των παλαιότερων. Αλλιώς οδηγούμαστε σε επαγγελματίες συνδικαλιστές που ριζώνουν στις καρέκλες τους και αποκόπτονται από τη λαϊκή βάση.

Η σχέση του Σωματείου με τους νέους καλλιτέχνες χτίζεται καθημερινά. Πρέπει όμως να είναι αμφίδρομη. Για αυτό καλώ κι εγώ, ως νέος καλλιτέχνης, όλους τους φίλους και συναδέλφους της γενιάς μου και όχι μόνο, να έρθουν να οργανωθούμε γύρω από το Σύλλογο. Μαζί μπορούμε να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε περισσότερα.

«Αναπτύσσονται νέα ρεύματα»


Νίκος Χρηστίδης, ενορχηστρώσεις και διεύθυνση στο Σύνολο Σύγχρονης Ελληνικής Τραγουδοποιίας

● Ο «μύθος» της Θεσσαλονίκης με τα πολλά υπόγεια καλλιτεχνικά ρεύματα είναι ζωντανός σήμερα, και αν ναι, ποια τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά;

Οπως κάθε σύγχρονη μεγαλούπολη έτσι και η Θεσσαλονίκη αποτελεί χωνευτήρι πολλών ιδεών, κουλτούρας, ρευμάτων, εθνικοτήτων και αντιλήψεων. Η τέχνη , ως αναπόσπαστο κομμάτι των ιδιαιτεροτήτων ενός λαού, δεν θα μπορούσε να μην αντανακλά αυτά τα χαρακτηριστικά. Μπορεί αυτή τη στιγμή η κύρια έκφραση της πόλης να είναι η mainstream κουλτούρα, ή τουλάχιστον αυτή που προωθείται και χαρακτηρίζει την πλειονότητα έστω και στρεβλά, ταυτόχρονα όμως στις αθέατες πλευρές της πόλης βλέπουμε πως αναπτύσσονται συνεχώς νέα ρεύματα που λειτουργούν αθόρυβα και δημιουργούν πυρήνες. Οπότε ναι, ο “μύθος” των παρεών που κλείνονται μέσα σε στούντιο και δοκιμάζουν νέο υλικό υπάρχει και θεωρώ πως είναι και πάλι σε άνθιση. Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει το κοινό και οι χώροι που θα μπορέσουν να απορροφήσουν αυτές τις “υπόγειες διαδρομές” της τέχνης κι έτσι οι πυρήνες ενω δημιουργούνται εδώ, αναγκάζονται να μεταναστεύουν στην Αθήνα όπου υπάρχει προσφορότερο έδαφος να αναπτυχθούν και με την πάροδο του χρόνου να αποτελέσουν ένα μέρος της αναγνωρισμένης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτών των ρευμάτων στην Θεσσαλονίκη είναι διαχρονικά τα ίδια. Η αίσθηση της παρέας, η μετριοπάθεια, η άγνοια των όρων του παιχνιδιού άρα και η απώλεια φόβου, η ονειροπόληση,  ο αργός μα σίγουρος βηματισμός αλλά και η περιγραφή της ήττας και της αναζήτησης.

● Υπάρχουν ευδιάκριτες διαφορές ανάμεσα στους παλιούς και νέους δημιουργούς;

Οι παλαιότεροι δημιουργοί είναι πάντοτε οι αναφορές μας. Είναι το μέτρο μας και οι ρίζες που αποθεώνουμε ή αποκαθηλώνουμε για να πάμε παρακάτω. Άρα σαφώς παρά το ότι αποτελούν την μήτρα μας, υποχρεούμαστε να διαφοροποιηθούμε κι ευτυχώς που γίνεται έτσι. Οι διαφορές εντοπίζονται κατά την γνώμη μου τόσο στον τρόπο γραφής  καθώς επηρεαζόμαστε από μεγαλύτερο όγκο πληροφοριών και ρευμάτων που φιλτράρουμε ο κάθε ένας με την προσωπικότητά του, όσο και σε θέματα παραγωγής και προώθησης, με την τεχνολογική πρόοδο να έχει παίξει τεράστιο ρόλο σε αυτό. Μία βασική όμως διαφορά που δεν πρέπει να παραμεριστεί είναι η, ως επί το πλείστον, αρτιότερη κατάρτιση της νεότερης γενιάς πάνω στην τέχνη μας – είτε στον εκτελεστικό είτε στον δημιουργικό τομέα – απόρροια της ύπαρξης των μουσικών σχολείων και πανεπιστημίων την ορθή λειτουργία των οποίων πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού. Αυτά σε ότι αφορά στην τέχνη μας. Σε ότι αφορά στις προσωπικότητες, είναι αυτονόητο πως οι διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες “επιβάλλουν” διαφορετικές αρετές και πάθη.

● Οι νέοι έχετε στήριξη από τους παλαιότερους ή εκτός των άλλων έχετε να αντιμετωπίσετε και κάποιο είδος σνομπισμού;

Η μουσική είναι ομαδικό “παιχνίδι”. Θεωρώ πως η παλαιότερη γενιά έχει ανάγκη την την νεότερη όσο και το αντίθετο. Ως εκ τούτου, αν κάτι αξίζει θα λάβει προσοχή και φροντίδα ανεξάρτητα από την γενιά που ανήκει. Παρόλα αυτά, τον ρόλο της υποστήριξης μπορεί να το παίξει μόνο κάποιος που θεωρείται αναγνωρισμένος. Στην ως τώρα πορεία μου, πιστεύω εκφράζοντας και άλλους ομότεχνους της γενιάς μου, δεν έχω αντιμετωπίσει κανενός είδους σνομπισμό. Οι “απόμακροι αστέρες” πάντοτε υπήρχαν και πιθανώς πάντοτε θα υπάρχουν, δεν αρκούν όμως για να χαρακτηρίσουν την μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που άλλοτε πατρικά, άλλοτε επικουρικά, άλλοτε ίσως με σκληρό λόγο και άλλοτε καθαρά πρακτικά, είναι εκεί για να βοηθήσουν και να συμπράξουν μαζί μας.  Πολλές φορές τοποθετούμε τους  μεγάλους καλλιτέχνες σε απόμακρα βάθρα ερήμην τους. Η πρότασή μου προς όλους είναι να ζητάμε την στήριξη, αν κρίνουμε πως υπάρχει κάτι αξιόλογο να υποστηριχθεί και το πιθανότερο είναι πως θα την λάβουμε.

Πηγή

Top