Μια άγνωστη συνέντευξη της Φλέρυς Νταντωνάκη
Η Φλέρυ Νταντωνάκη (1937-1998) ήταν, είναι και θα είναι μία από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ερμηνεύτριες όλων των εποχών. Την γνώρισα, όπως οι περισσότεροι άλλωστε, μέσα από τους δίσκους, μέσα από βιβλία και περιοδικά, μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων που συνεργάστηκαν μαζί της. Αργότερα ήρθαν στα χέρια μου κάποιες σπάνιες ηχογραφήσεις από καλούς φίλους συλλέκτες και το ντοκιμαντέρ “Φλέρυ – Η τρελή του φεγγαριού” του Αντώνη Μποσκοΐτη…
Στο ραδιόφωνο όλα αυτά τα χρόνια μεταδίδω συχνά τα τραγούδια που ερμήνευσε με την θεϊκή φωνή της. Πριν αρκετά χρόνια, μια φίλη μουσικός μου έκανε δώρο το βιβλίο που έγραψε ο Γιάννης Μπαχ Σπυρόπουλος για τη Φλέρυ Νταντωνάκη: “Εγώ είμαι ένα σύννεφο…” (Εκδόσεις Ηλέκτρα – 2005) από τη σειρά “Βίοι Αγίων – Υπόγειες Διαδρομές”.
Από αυτό το βιβλίο πήρα τη συνέντευξη που “ανέβασα” σήμερα στο μπλογκ μου.
Ευχαριστώ τον Άγγελο Κουτσούκη που μου έδωσε την άδεια.
Ο Άγγελος μου είπε όμως και κάποια πράγματα που δεν γνώριζα. Η συνέντευξη με τη Φλέρυ έγινε το Φεβρουάριο του 1989 για το “Δημοτικό Ραδιόφωνο Πειραιά – Κανάλι 1”. Από εκείνη τη συνέντευξη δεν έμεινε τίποτα. Η παρακάτω κουβέντα είναι κάποια από αυτά που ειπώθηκαν στο σπίτι της σπουδαίας ερμηνεύτριας, στην πρώτη τους συνάντηση. Δημοσιεύτηκαν στο πρώτο τεύχος του μηνιαίου μουσικού περιοδικού “Δίφωνο” (Οκτώβριος 1995) με εξώφυλλο το Νίκο Παπάζογλου. Σίγουρα θα έχει ανέβει και στο διαδίκτυο, αλλά εγώ δεν κατάφερα να την βρω πουθενά και επειδή ο Άγγελος δεν την είχε αποθηκευμένη στον Η/Υ του, έκατσα και την έγραψα… με μεγάλη χαρά βέβαια! Τέλος, ο Κουτσούκης μου είπε πως την παρακάτω συνέντευξη τη “χτένισε”, όπως λέμε, η σπουδαία δημοσιογράφος Στέλλα Βλαχογιάννη.
…τόσο μακριά, αλλά τόσο κοντά
Υπάρχουν κάποιοι μύθοι στη ζωή όλων μας, που δεν μπορούμε να θυμηθούμε πότε ακριβώς συναντηθήκαμε μαζί τους. Πλάσματα μυθικά, με ζωές που διαφέρουν από τον μέσο όρο. Που για να τα πλησιάσεις και να μπεις στη μαγεία που εκπέμπουν, χρειάζονται κάποια στάδια μύησης. Ψάχνουμε να βρούμε πληροφορίες γι’ αυτά και σκοντάφτουμε στη σιωπή.
Μια τέτοια περίπτωση είναι, ίσως για τους περισσότερους, η Φλέρυ Νταντωνάκη. Συναντηθήκαμε με τη φωνή της στον «Μεγάλο Ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκι. Γοητευθήκαμε από τη φωνή της κι αυτό που κατέθεσε από την ψυχή της. Την ψάξαμε. Κάποιες σποραδικές εμφανίσεις, ελάχιστες. Και αυτές, πιο παλιά. Στη δεκαετία του ΄70 και μία με τη Δήμητρα Γαλάνη στη Ρωμαϊκή Αγορά, στα χρόνια του ΄80. Δισκογραφία: τρεις, τέσσερις δίσκοι.
Στην ερώτηση «μα πού είναι η Φλέρυ Νταντωνάκη;» κανείς δεν ήξερε να απαντήσει.
Η μυθολογία, που την ακολουθεί, την ήθελε πότε στην Αμερική και πότε στην Ινδία.
Το 1991 κυκλοφόρησαν τα «Λειτουργικά». Ηχογραφήσεις των αρχών της δεκαετίας του ΄70 στη Νέα Υόρκη, με τον Μάνο Χατζιδάκι στο πιάνο και τη Φλέρυ Νταντωνάκη να τραγουδά παλιά λαϊκά τραγούδια.
Στο σημείωμά του, στο εξώφυλλο του δίσκου, ο συνθέτης ανάμεσα σε άλλα σημειώνει: «Η Φλέρυ είναι ανεπανάληπτη ακόμα και όταν δοκιμάζει… Της είχα πει πως μια αληθινή τραγουδίστρια περιέχει την τεχνική τελειότητα της Σβάρτσκοπφ και τη γήινη αμεσότητα της Νίνου, και η Φλέρυ στο ντοκουμέντο αυτό αποδεικνύει περίτρανα πως είναι μια αληθινή τραγουδίστρια».
Αυτή τη φορά έψαξα και βρήκα τον αριθμό του τηλεφώνου της. Η πρόφαση ήταν μια ραδιοφωνική εκπομπή. Στην πραγματικότητα ήταν η δική μου ανάγκη να πλησιάσω έναν μύθο που με ακολουθούσε χρόνια.
Με κάλεσε στο σπίτι της. Μιλούσαμε σχεδόν τρεις μέρες με αφορμή αυτή την εκπομπή. Και ο μύθος δεν χανόταν, γινόταν όλο και πιο δυνατός. Κάποια στιγμή κατάλαβα τι σημαίνει τραγουδιστής ή πως θα έπρεπε να είναι οι τραγουδιστές. Τι διαδικασίες πρέπει να περάσουν μέχρι να πούνε ότι μπορούν να ερμηνεύσουν ένα τραγούδι.
Μιλώντας η ίδια για μια άσχημη εποχή που πέρασε στη ζωή της, μου είπε πως κάποια μέρα που ένιωθε εγκατελειμμένη και προδομένη, πήρε ένα κέντημα και άρχισε να βάζει βελονιές.
«Τότε μου ήρθε στο μυαλό το τραγούδι του Χατζιδάκι και άρχισα να τραγουδώ… ¨και την πίκρα μου κεντώ…¨. Τώρα πια ήξερα τι έλεγε το τραγούδι… Το είχα νιώσει. Τώρα πια, θα μπορούσα να το ερμηνεύσω».
Η συνέντευξη στο ραδιόφωνο έγινε. Η ίδια νόμιζε ότι δεν τη θυμόταν πια κανείς. Τα τηλεφωνήματα του κόσμου απέδειξαν το αντίθετο. Όταν τη ρώτησα πώς πλησιάζει ένα τραγούδι, απάντησε: «ψάχνοντας τη βαθύτερη ερμηνεία των λέξεων». Απ’ όσα ειπώθηκαν σε αυτή την εκπομπή έμεινε μόνο αυτό που εισέπραξαν όσοι την άκουσαν. Το εφήμερο μιας ραδιοφωνικής εκπομπής έχει πάντα τη δική του γοητεία.
Έμεινε, όμως, και μια κασέτα από τις συζητήσεις που έγιναν στο σπίτι της. Όταν, έπειτα από περίπου πέντε χρόνια, απομαγνητοφώνησα την κουβέντα, πολλοί φίλοι και γνωστοί μού ζητούσαν να τη διαβάσουν. Μόνο που οι τυπωμένες λέξεις χάνουν το αίσθημα, τον χρωματισμό και την ένταση της στιγμής που λέγονται. Μόνο έτσι, όμως, μένουν.
Και σήμερα, που η Φλέρυ Νταντωνάκη διάλεξε τον δρόμο της ουσιαστικής σιωπής, με αυτές τις κουβέντες μας βάζει σε έναν κόσμο τόσο αληθινό και αγνό, που δύσκολα πλησιάζεται πια.
Κυρία Νταντωνάκη, ποια είναι τα στοιχεία και ποιες οι διαδικασίες που πρέπει να κατέχει μια τραγουδίστρια για να φτάσει στο σωστό αποτέλεσμα;
Για να βγάλει ένα αποτέλεσμα σωστό χρειάζεται «τεχνική». Αλλά για να είναι και αληθινό, οι τεχνικές είναι περισσότερες από μία. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει η τεχνική της παρουσίασης επί σκηνής. Όταν τραγουδούσα το 1965 στην Αμερική, ήμουν ηθοποιός και όχι μια φωνή πειθαρχημένη στον συνθέτη. Είχα πολύ έντονη την ανάγκη να είμαι μία παρουσία επί της σκηνής, οπότε τραγουδούσα με περισσότερα ανεβάσματα, με μια ροή πιο ελεύθερη από τη συγκεκριμένη παρουσία που είχα αργότερα με το Μάνο Χατζιδάκι. Το επόμενο στάδιο είναι ότι πρέπει να ξέρει κανείς την ερμηνεία, τη βαθύτερη ερμηνεία των λέξεων. Αυτό ακριβώς μελέτησα ανάμεσα στο 1965 και το 1970. Την ερμηνεία του τραγουδιού, τη βαθύτατη ερμηνεία του λόγου. Εκεί εμβάθυνα περισσότερο στην ανάγκη να ερμηνεύσω όχι ολόκληρο το ποίημα, όχι μόνο τις εικόνες, αλλά και τις εικόνες και το ποίημα, ή τα τρία διαφορετικά ρήματα που μπορούν να εκφράσουν όλο αυτό το πράγμα. Μετά, έρχεται η τεχνική της ερμηνείας ενός τραγουδιού, που ο Μάνος Χατζιδάκις, όταν τη δίδασκε, έλεγε ότι πρέπει να μην ενδιαφέρεσαι τόσο πολύ για το αποτέλεσμα, ώστε το τραγούδι που υπάρχει μέσα σου να βγαίνει. Δύσκολο και σπάνιο. Σημαίνει μια βαθύτατη συγκέντρωση, ανά πάσα στιγμή, στον ήχο και στη νότα, έτσι που να βγαίνει η φωνή σου τόσο αγνά, ώστε να μην προκαθορίζεις το αποτέλεσμα. Είναι, επίσης, η αυτοσυγκέντρωση, και – ίσως – ένα είδος πειθαρχίας που πρέπει να έχεις. Παίρνω ένα ποίημα, αν είναι του Καβάφη θα πρέπει να διαβάσω όλα τα ποιήματα του Καβάφη, θα πρέπει ίσως να διαβάσω και το «Κουαρτέτο» του Νταρέλ, για να μπορέσω να «πιάσω» τις μυρωδιές, τις αισθήσεις, την ομορφιά της Αλεξάνδρειας, για να μπορέσω να αποδώσω τον Καβάφη.
Αυτά, λοιπόν, είναι πάρα πολλά πράγματα τα οποία συνδέονται μέσα σ’ ένα τραγούδι, και γι’ αυτό πολύ συχνά λέω πως όταν προσπαθώ να τραγουδήσω, είναι σαν να προσπαθώ να γεννήσω ένα παιδί. Μου είναι τόσο δύσκολο να πω ένα τραγούδι και γι’ αυτό όταν με ρωτάνε «μα, γιατί, κυρία Νταντωνάκη, δεν τραγουδάτε;» απαντώ, «γιατί δεν είναι εύκολο». Δεν είναι να βγει η φωνή σου, πρέπει όλο σου το είναι, όλη σου η ύπαρξη να λέει το τραγούδι. Αυτό περίπου ήθελα να σου πω, αλλά το είπα με πάρα πολλά λόγια.
Κυρία Νταντωνάκη, μιλήσατε για τεχνικές, αλλά η μαγεία στο τραγούδι μπορεί να εξηγηθεί με λόγια;
Μαγεία δημιουργείται όταν υπάρχει εσωτερική υγεία, κατανόηση του εαυτού μας, άρα κατανόηση του άλλου. Με την κατανόηση αυτή υπάρχει αγάπη αδελφική και παραδοχή. Έτσι δημιουργείται αυτό που λέμε μαγεία. Όταν τραγουδάς και αγαπάς αυτά που λες, και αγαπάς το ότι σου δίνεται η ευκαιρία να τα πεις, και μέσα σ’ αυτό υπάρχει μια τρυφεράδα και μια σεμνότητα, κι όταν αυτό που μεταδίδεις είναι κάτι που το έχεις ζήσει, το έχεις νιώσει, το έχεις αισθανθεί, έχεις πονέσει για να το βρεις, τότε είσαι πανευτυχής που το τραγουδάς, τα λόγια απευθύνονται στο κοινό, το κοινό το αγαπάς και τραγουδάς έτσι ώστε να εισέλθεις στην ακοή τους, στην καρδιά τους, στην ψυχή τους. Ε, τότε δημιουργείται κάτι σαν μαγεία…
Τραγουδήσατε κάποτε λαϊκά τραγούδια, μοναδικά μεν αλλά και μ’ έναν τρόπο που κανείς πριν δεν τα είχε αποδώσει. Δεν ήταν πολύ λυρικός ο τρόπος που τα ερμηνεύσατε;
Όταν συνάντησα το Μάνο Χατζιδάκι ήξερε ότι είχα μία βαθύτερη απασχόληση με την ερμηνεία και ταυτιστήκαμε πολύ στο γεγονός ότι έπαιρνα ένα λαϊκό τραγούδι και δεν το έλεγα λαϊκά, το έλεγα με τον δικό μου τρόπο. Με έκανε να νιώσω πως σωστά έκανα τη δική μου ερμηνεία. Βέβαια, ο ίδιος είχε εγκαθιδρύσει πια την ιδέα του λαϊκού τραγουδιού σε μια απόδοση πιο κλασική, πιο λυρική, οπότε ήταν εύκολο για μένα να είμαι λυρική στο λαϊκό τραγούδι, χωρίς να ντρέπομαι τι θα πουν οι γνήσιοι ρεμπέτες. Ο Μάνος είχε μια ελευθερία και μέσα σ’ αυτή την ελευθερία είχε και μια πειθαρχία κλασική, και με βοήθησε πολύ. Όλο το 1971 εργαστήκαμε στο σπίτι του και με ενθάρρυνε συνέχεια να αυτοσχεδιάζω. Θυμάμαι του έλεγα πόσο φοβάμαι μήπως βγει μια νότα ψεύτικη. Μου απαντούσε «μην ανησυχείς καθόλου, εφόσον ακούς και τη μία σου τη νότα, την ψεύτικη, αυτό σημαίνει ότι μπορείς να τα καταλάβεις όλα».
Αν σας ρωτούσα για τους τραγουδιστές που σας αγγίζουν πολύ, ποιους θα αναφέρατε;
Η μεγαλύτερη τραγουδίστρια για μένα είναι μια τραγουδίστρια από την Αίγυπτο, λέγεται Ουμ Καλσούμ, και όταν ζούσε και τραγουδούσε οι άνθρωποι ανέπνεαν μαζί της, τραγουδούσαν μαζί της και αναστέναζαν μαζί της. Η Ουμ Καλσούμ έχει αυτή την ειδικότητα, ότι, όπως εγώ έχω μια τρυφερότητα και μια ευαισθησία, αυτή κάνει τον πόνο και την απελπισία της μια θαυμάσια αναπνοή, με μουσική μαζί. Είναι εκπληκτική. Αυτή είναι η τραγουδίστρια που με έχει εντυπωσιάσει πολύ, καθώς και μερικοί τραγουδιστές από την Ινδία. Γιατί, όταν τραγουδούν, νομίζεις ότι υπάρχουν πουλιά μέσα στο στόμα τους, νομίζεις ότι είναι περισσότερο από μια φωνή. Η φωνή τους έχει μια αλήθεια πολύ βαθιά.
Κάποια τραγούδια που αγαπάτε πολύ;
Ένα τραγούδι από τον «Δον Κιχώτη», που έγινε μουσικό έργο στην Αμερική και λέει: «Να ονειρευτείς το απίθανο όνειρο, να πολεμήσεις έναν άνθρωπο που δεν μπορείς να νικήσεις ποτέ, να είσαι υπεύθυνος και να κάνεις πορεία μέσα στην ίδια την κόλαση για μια αιτία ουρανού…»
Και ένα τραγούδι που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις, με το οποίο συνδέω τον εαυτό μου, παρ’ όλο που το έγραψε για μένα. Είναι «Η Μαριάνθη των Ανέμων».
Κυρία Νταντωνάκη, να σας ρωτήσω ποια είναι τα αποτελέσματα αυτού του θαυμαστού πράγματος που λέμε έρωτα; Τι ρόλο έπαιξε στη ζωή σας;
Τα αποτελέσματα… Όχι η διαδικασία, ούτε η προετοιμασία, ούτε το άγχος, ούτε η αγωνία, ούτε ο πόνος που δεν τον κατακτάς… Όταν τον κατακτήσεις; Δεν θα ήμουν ειλικρινής αν το έλεγα τώρα, διότι δεν είμαι αυτή τη στιγμή μέσα στην ομορφιά, που πιστεύω ότι υπάρχει σε μια ολοκληρωμένη συζυγική και ερωτική ευτυχία. Και -επομένως- θα μπορέσω να μιλήσω μόνο ποιητικά, όπως μιλούν οι καλλιτέχνες. Ποια είναι τα αποτελέσματα του έρωτα… Ο έρωτας είναι το πρώτο σκαλοπάτι, το δεύτερο είναι η τέχνη και το τρίτο είναι η θρησκεία. Εγώ, φαίνεται ότι άρχισα μάλλον από το μεγάλο σκαλοπάτι, το τρίτο, τη θρησκεία.
Φιλοδοξία μου ήταν να σπουδάσω όλες τις θρησκείες, όλων των χωρών. Το έκανα. Το δεύτερο σκαλοπάτι είναι η τέχνη. Και με την τέχνη ενώθηκα. Με τον Θεό, βέβαια, δεν ενώνεσαι ποτέ, γιατί είναι πολύ Μεγάλος και Απέραντος. Ενώθηκα με την ιδέα του Θεού, με την ιδέα του Χριστού, με την ιδέα της αγάπης, της απλότητας όλων των θρησκειών, όλων των χωρών, όλων των ανθρώπων, όλων των φυλών. Το δεύτερο σκαλοπάτι είναι, όπως είπα, η τέχνη. Που έχει, επίσης, τον πόνο της μη εκπλήρωσης, υπάρχει πάντα αυτό το σημείο Χ μεταξύ του καλλιτέχνη και του αποτελέσματός του, αυτό το σημείο Χ που δεν είναι ευκολοεύρετο ή ευκολόπιαστο. Και μετά, το πρώτο σκαλοπάτι, ο έρωτας, στο οποίο ελπίζω να κατέβω και να δοκιμάσω όλα αυτά τα αποτελέσματα της δεκαπεντάχρονης θηλυκής οδύσσειας που έκανα. Εκεί, βέβαια, όλο και σκοντάφτουμε και βρίσκουμε τον εαυτό μας. Εκεί η ένωση είναι πολύ απλή, η αισθησιακή ένωση, αλλά πάρα πολύ δύσκολη η αληθινή ένωση, δηλαδή η ολοκλήρωση. Πιστεύω ότι όταν ο έρωτας είναι ολοκληρωμένος, όταν καταλαβαίνονται δύο άνθρωποι και όταν μπαίνεις σε αυτή τη διαδικασία με την αίσθηση ότι ο χώρος αυτός είναι ιερός, τότε δεν υπάρχει πλήγωμα, ούτε από τη μια πλευρά ούτε από την άλλη. Οι Βρετανοί λένε ότι η σωστή ερωτική συμπεριφορά κάνει την αλήθεια, και η σωστή ερωτική συμπεριφορά είναι όταν σέβεσαι τον σύντροφό σου και δεν τον πληγώνεις. Καλύτερα να πληγώσεις τον εαυτό σου παρά τον σύντροφό σου. Αυτό είναι το κλειδί.
Έχετε ταξιδέψει πολύ, έχετε γνώσεις πολλές, έχετε γνωρίσει πολλά πράγματα από κοντά. Θα ήθελα, μέσα από αυτές τις εμπειρίες σας, να μου πείτε πώς βλέπετε τον εαυτό σας;
Βλέπω τον εαυτό μου σαν μια γυναίκα αδύναμη και απλή, και ταυτόχρονα πολλές φορές σαν μια γυναίκα δυνατή, που δεν είναι απλή καθόλου. Νιώθω ακόμα σαν να κάνω τα πρώτα μου βήματα. Είναι πάρα πολλά στοιχεία που δεν έχουν απόλυτα ειπωθεί και δεν έχουν βρει απόλυτα την ολοκλήρωσή τους μέσα μου.
Είστε ένα από τα λίγα πρόσωπα στην Ελλάδα, στα μουσικά πράγματα τουλάχιστον, που σας περιβάλλει ένας μύθος, με την έννοια ότι είστε σημείο αναφοράς. Εμφανίζεστε σπάνια, οι δίσκοι σας ποσοτικά είναι λίγοι, αρνείστε να βγάλετε χρήματα από το τραγούδι. Τι συνεπάγονται όλα αυτά;
Είμαι βουδάκος, ένας μικρός βουδάκος. Δεν υπάρχουν μύθοι, υπάρχει απλώς μια περιπέτεια την οποία έζησα επειδή ταξίδεψα πολύ στις Ινδίες, στην Αμερική, στην Αγγλία, έτσι ώστε οι άνθρωποι να λένε: «Καλά, είσαι μια τραγουδίστρια όχι όπως όλες οι άλλες που έκαναν την καριέρα τους και πατούσαν σε στέρεο έδαφος, εσύ ήσουν σα να ακροβατούσες κατά κάποιον τρόπο». Αυτό το έλεγαν γιατί, αντί να προσπαθήσω να κάνω καριέρα, προσπάθησα να βρω τον εαυτό μου. Και για να βρω τον εαυτό μου, χρειάστηκε να πάω σε όποιον δάσκαλο άκουγα ότι είναι καλός. Και δεν ήταν όλοι καλοί. Το Θιβέτ ήταν θαυμάσιο, στην Αμερική γνώρισα κάποιους θαυμάσιους ανθρώπους, όπως ο Τζάλοφ ή ο Βίλχεμ Ράιχ. Δεν είναι, λοιπόν, ότι ως τραγουδίστρια είμαι διαφορετική, είναι ότι εκτός του ότι τελείωσα το πανεπιστήμιο και σχολή ηθοποιίας, και είμαι και ηθοποιός, ξόδεψα σχεδόν 20 χρόνια από τη ζωή μου ψάχνοντας να βρω το μέσα μου, ψάχνοντας να καταλάβω τον πλανήτη μας, έτσι όπως είναι. Αυτό δεν είναι μύθος, πολλοί άνθρωποι το έχουν κάνει στην εποχή μας. Πολλοί άνθρωποι που βλέπεις να ταξιδεύουν, που ψάχνουν την ψυχή τους και τον εαυτό τους. Ας πούμε, ο Άλμπερτ Σβάιτσερ ή η Μητέρα Τερέζα, έχουν κάνει πιο εμφανή την οδύσσειά τους, η οποία όμως σαν αποτέλεσμα έχει το εσωτερικό φως και την εσωτερική καθοδήγηση του εαυτού μας. Και πια δεν ζητάς δασκάλους, ζητά από τον εαυτό σου να καθοδηγηθείς. Μέχρι, όμως, να το περάσεις αυτό, περνάς από πολλές καμάρες, μερικές όμορφες, άλλες σκληρές, άλλες λιγάκι σκοτεινές.
Ναι, αλλά θα μας πείτε γιατί δεν εμφανίζεστε, γιατί δεν τραγουδάτε;
Είναι επειδή δούλευα. Επειδή δούλευα για να βρω τον εαυτό μου πριν εμφανιστώ. Πώς προετοιμάζεται ένας χορευτής, που κάνει την άσκηση για να είναι το σώμα του τέλειο, εγώ προετοίμαζα την ψυχή μου. Λάβε υπόψη σου και τα χρόνια για τα οποία μιλάμε, ήταν τα παιδιά του ΄65, ήταν η εποχή των Μπίτλς, η εποχή των λουλουδιών, είχα συγκινηθεί, είχα βρεθεί εκεί και έψαχνα να βρω τον Χριστό μέσα μου, τον ίδιο τον Χριστό, με την έννοια αυτών που διδάσκει, αυτά τα απλά πράγματα, το ν’ αγαπάς τον άλλον όπως τον εαυτό σου, και να τον αγαπάς και να είσαι παράλληλα ο εαυτός σου. Αυτά τα πράγματα τα έψαχνα, τα έχανα και τα ξανάβρισκα, μέχρι που να νιώσω, ναι, αυτό είναι το σπίτι μου και σ’ αυτό το σώμα που θα ζήσω θέλω να το ξέρω, να το αγαπώ, να το σέβομαι και να το καταλαβαίνω τόσο πολύ, που να μου φαίνεται το ίδιο πράγμα να σέβομαι και ν’ αγαπώ εσένα.
Κυρία Νταντωνάκη, ο Ελύτης κάπου λέει πως γράφει γι’ αυτούς που δακρύζουν κρυφά. Εσείς για ποιους τραγουδάτε;
Εγώ νομίζω ότι τραγουδάω γι’ αυτούς που ψάχνουν την αλήθεια κρυφά και δεν το παραδέχονται οι ίδιοι, γιατί όταν ψάχνεις την αλήθεια ή ντρέπεσαι που ψάχνεις κάτι τόσο σπάνιο, ή ντρέπεσαι που οι άλλοι θα σε παρεξηγήσουν γιατί νομίζουν πως η αλήθεια είναι κάτι απλό. Πιθανόν, αυτοί αγαπούν τα τραγούδια μου, γιατί αυτοί μ’ έκαναν να καταλάβω πως μέσα στα τραγούδια μου υπάρχει μια ευαισθησία, ένας φόβος και μια τρεμάμενη παρουσία. Αναρωτιέμαι πάντοτε όταν τραγουδάω: «Τραγουδάω σωστά; Λέω πραγματικά το αληθινό μήνυμα, είμαι αληθινή;»
Τελειώνοντας την κουβέντα μας, να σας ρωτήσω ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η δική σας αίσθηση όταν τραγουδάτε;
Μου πήρε χρόνια να το καταλάβω, μέχρι που το κατάλαβα. Η δική μου αίσθηση από τη φωνή μου; Μια τρεμάμενη αλήθεια.
Τρεμάμενη αλήθεια, λοιπόν;
Επειδή όλοι τρέμουμε όταν λέμε την αλήθεια, μήπως δεν είμαστε σίγουροι γι’ αυτή, γιατί υπάρχουν πολλές αλήθειες.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ, για άλλη μια φορά, στον Άγγελο Κουτσούκη. Αγαπημένος ραδιοφωνικός παραγωγός, δημοσιογράφος και ένας από τους πιο εμπνευσμένους ανθρώπους που πέρασαν από τις περίφημες ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες…