Η θρυλική ντίβα που συγκινεί και εμπνέει ακόμα
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1977, η λυπηρή είδηση του μοναχικού θανάτου της Μαρίας Κάλλας από ανακοπή καρδιάς ταξίδεψε γρήγορα από το Παρίσι σε ολόκληρη την υφήλιο, αφήνοντας παγωμένους τους φίλους της όπερας.
Εχοντας εγκαταλείψει τη σκηνή μία δεκαετία νωρίτερα, όταν τραγούδησε την τελευταία της «Τόσκα» στο Λονδίνο, η Ελληνίδα υψίφωνος ζούσε απομονωμένη στο πολυτελές διαμέρισμά της στη γαλλική πρωτεύουσα κρύβοντας την παρακμή της φωνής της και τη βαθιά απογοήτευσή της από μια άτυχη συναισθηματική ζωή.
Ηταν μόλις 53 ετών αλλά είχε ήδη περάσει στο πεδίο του θρύλου. Με τον πρόωρο θάνατό της ένα κομβικό κεφάλαιο στην εξέλιξη της λυρικής τέχνης έκλεινε οριστικά και περνούσε στην ιστορία.
Εκτοτε έρρευσε πάρα πολύ νερό στο αυλάκι στον κόσμο της όπερας. Στα σαράντα χρόνια που μεσολάβησαν, ένα σαρωτικό κύμα εξελικτικής δυναμικής, γεμάτο σκαμπανεβάσματα, κινδύνους και υπέροχες ευκαιρίες, μεταμόρφωσε τα πάντα: σταδιοδρομίες και τραγουδιστές, σταρ σίστεμ, ρεπερτόριο, ακροατήρια, διεθνή δίκτυα παραγωγής, φεστιβάλ, δισκογραφία, πολυμεσική διάχυση και ορατότητα, ιστορική γνώση και εμπειρική της εφαρμογή, γεωγραφική και εθνική εξάπλωση.
Εμπλουτίστηκε επίσης ο τρόπος που τραγουδιέται η όπερα αλλά και το πώς την προσλαμβάνει το κοινό.
Μέσα σ’ αυτή την κοσμογονία, χάρη στις ηχογραφήσεις της, που ουδέποτε έχασαν την αδιαπραγμάτευτα κορυφαία θέση τους στα ευπώλητα της δισκογραφίας, το όνομα της Κάλλας παρέμεινε ανυπέρβλητη εγγύηση ποιότητας και βασανιστικά αξεπέραστο πρότυπο/οδηγός.
Η Μαρία Καλογεροπούλου γεννήθηκε το 1923 στη Νέα Υόρκη από Ελληνες γονείς και ήρθε στην Ελλάδα το 1937. Εκεί, στην Αθήνα της μεταξικής δικτατορίας και της Κατοχής, η 14χρονη Ελληνοαμερικάνα έμαθε την τέχνη του λυρικού τραγουδιού.
Κύρια διαμορφωτική επίδραση είχε επάνω της η Ισπανίδα δασκάλα της Ελβίρα ντε Ιντάλγκο (1891-1980) η οποία εκτίμησε σωστά τις δυνατότητες της πολύ ιδιαίτερης φωνή της και τη δίδαξε τη φωνητική τέχνη του ρομαντικού μπελ κάντο, δηλαδή του περίτεχνου λυρικού τραγουδιού του πρώτου μισού του 19ου αιώνα.
Η φιλόδοξη, ταλαντούχα Μαρία απέκτησε την πρώτη της σκηνική εμπειρία στο κανιβαλιστικά ανταγωνιστικό περιβάλλον τής τότε νεοσύστατης Εθνικής Λυρικής Σκηνής τραγουδώντας –τότε στα ελληνικά– «Τόσκα», «Φιντέλιο», «Πρωτομάστορα», «Κάμπο», «Καβαλερία» και γερμανικές οπερέτες.
Το φθινόπωρο του 1945 εγκατέλειψε την Ελλάδα, αναζητώντας καλύτερη τύχη στο εξωτερικό και το 1947, μόλις 25 ετών, ξεκίνησε διεθνή σταδιοδρομία τραγουδώντας «Τζοκόντα» στην Αρένα της Βερόνας.
Μεσουράνησε στο διεθνές στερέωμα κατά την πρώτη μεταπολεμική δεκαπενταετία, τότε που ακόμη κάθε λυρικός καλλιτέχνης τραγουδούσε ολόκληρο το ρεπερτόριο, από Μότσαρτ μέχρι Βάγκνερ, κάτι που και η ίδια έκανε στο ξεκίνημά της.
Ερμήνευσε γνωστές και λησμονημένες όπερες ιταλικού ρομαντισμού (Μπελίνι, Ντονιτσέτι, Ροσίνι) καθώς επίσης έργα των Βέρντι, Πουτσίνι, Μπιζέ, Κερουμπίνι, Γκλουκ κ.ά.
Τραγούδησε μέχρι το 1965 και άφησε έναν τεράστιο, ανεκτίμητο θησαυρό ηχογραφήσεων που έγιναν είτε σε στούντιο τις παραμονές του stereo είτε καταγράφτηκαν «πειρατικά».
Η Κάλλας διέθετε μια συναρπαστική, απόλυτα αναγνωρίσιμη, ρωμαλέα φωνή, με τεράστια δυναμική και πολύ ιδιαίτερο ηχοχρωματικό πλούτο.
Οδηγημένη από κορυφαίους Ιταλούς αρχιμουσικούς και σκηνοθέτες της εποχής, εξέλιξε το λυρικό τραγούδι της σε ιδανικό, σφαιρικά ολοκληρωμένο εκφραστικό όργανο, εμφυσώντας στην όπερα θεατρική αλήθεια με τρόπο που, έκτοτε, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει.
Χάρη στη μαθητεία της κοντά στην Ντε Ιντάλγκο επανένωσε το κομμένο νήμα της παράδοσης του ρεπερτορίου του ρομαντικού μπελ κάντο, συνεισφέροντας αποφασιστικά στην πρώτη αναγέννηση του ενδιαφέροντος για τις όπερες των Μπελίνι, Ντονιτσέτι, Ροσίνι.
Με μοναδική μουσικότητα και ευαισθησία απέδωσε κάθε περιοχή του ρεπερτορίου σύμφωνα με το ιδιαίτερο ύφος που υπαγόρευε η φωνητική γραφή: αλλιώς το ιταλικό μπελ κάντο και τον Κερουμπίνι, αλλιώς τον Βέρντι, διαφορετικά τον Πουτσίνι.
Με την τέχνη της στήριξε αποφασιστικά την ανανέωση της όπερας στην μεταπολεμική επανεκκίνηση της μουσικής ζωής.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα η προσφορά της Κάλλας παραμένει ανεπίδοτο δώρο: η απήχησή της περιορίστηκε σε ρηχή, εθνοκεντρική προσωπολατρία, αφήνοντας σταθερά έξω την ουσία: τραγουδιστές, εγχώριο κοινό και κυρίως μουσικοί θεσμοί (ΕΛΣ, ΜΜΑ, ΜΜΘ, Φεστιβάλ Αθηνών) ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν –ή δεν μπόρεσαν– να ακολουθήσουν και να εξελίξουν τις ουσιαστικές προοπτικές που άνοιξε η συνεισφορά της.
Εκδηλώσεις από το Ηρώδειο ως την Αρχαία Μεσσήνη
◽ Στις 14/9, ώρα 21.30, στο Ηρώδειο, η Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσιάζει το αφιέρωμα «Μαρία Κάλλας, 40 χρόνια από τον θάνατό της» σε μουσική διεύθυνση Ηλία Βουδούρη. Οι Τσέλια Κοστέα, Μυρτώ Παπαθανασίου, Χριστίνα Πουλίτση τραγουδούν άριες από όπερες των Βέρντι, Γκουνό, Ντελίμπ, Πουτσίνι, Τζιορντάνο, Ντονιτσέτι και Μπελίνι.
◽ Στις 16/9, ώρα 21.30, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών παρουσιάζει το αφιέρωμα «La Diva: 40 χρόνια». Συνοδευόμενη από την ΚΟΑ υπό τον Μίλτο Λογιάδη η διεθνούς φήμης Αζερμπαϊτζανή υψίφωνος Ντινάρα Αλίεβα τραγουδά άριες των Βέρντι, Πουτσίνι, Τσιλέα.
◽ Στις 16/9, ώρα 21.00, «Η δεσποινίς Μαρία Καλογεροπούλου» στο Θέατρο Αρχαίας Μεσσήνης, είσοδος ελεύθερη. Ο Δήμος Οιχαλίας και το Διεθνές Καλλιτεχνικό Κέντρο Athenaeum σε συνεργασία με τον Αρη Χριστοφέλλη οργανώνουν συναυλία με τις υψίφωνες Νίνα Κουφοχρήστου, Μαρία Κωστράκη, Αρτεμη Μπόγρη και τον Θανάση Αποστολόπουλο στο πιάνο.
Τo Σωματείο Υποτροφίες Μαρία Κάλλας, το οποίο ιδρύθηκε από την ίδια τελεί επιμνημόσυνη δέηση στις 16/9, ώρα 11.30, στον Αγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη (οδός Σκουφά).
Πηγή