Η Διαπολιτισμική χορωδία της Λυρικής είναι μια υποδειγματική μουσική Βαβέλ
Τρία μέλη της εξαιρετικής πρωτοβουλίας της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, με εντελώς διαφορετικές ρίζες αλλά με την ίδια μεγάλη αγάπη για τη μουσική και το τραγούδι, εξηγούν τη σημασία της, δηλώνοντας συνεπαρμένοι με τη συμμετοχή τους σε αυτή.
Από τον Θοδωρή Αντωνόπουλο
Τη συναποτελούν πάνω από 25 άντρες και γυναίκες διαφόρων ηλικιών με καταγωγή από χώρες όπως η Ουκρανία, η Σλοβενία, η Συρία, η Κένυα, η Τανζανία, το Καμερούν, μέχρι και η Παπούα-Νέα Γουινέα. Έχουν δώσει συναυλίες στο ΚΠΙΣΝ, το αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, την Ομόνοια και την πλατεία Κυψέλης, έχουν επίσης πραγματοποιήσει εργαστήρια σε δομές φιλοξενίας μεταναστών και προσφύγων. Ο λόγος για τη Διαπολιτισμική χορωδία της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ), μιας υποδειγματικής μουσικής «Βαβέλ» που βαδίζει φέτος στον τρίτο χρόνο μιας πολύ επιτυχημένης μέχρι τώρα πορείας, επιδεικνύοντας ιδιαίτερες καλλιτεχνικές και κοινωνικές ευαισθησίες.
«Άνθρωποι από κάθε γωνιά της γης ενώνουν τις φωνές τους, γίνονται ένα και ερμηνεύουν τραγούδια άφθαστου μελωδικού πλούτου που μιλούν κατευθείαν στην καρδιά… Αυτή είναι η δύναμη της Διαπολιτισμικής χορωδίας που συνεχίζει το πολυπολιτισμικό ταξίδι της στις γειτονιές του κόσμου»», αναφέρει χαρακτηριστικά το δελτίο τύπου της φετινής σεζόν που βρίσκεται στο ξεκίνημά της.
Το ρεπερτόριο της εν λόγω χορωδίας –παρόμοιας φιλοσοφίας εγχείρημα με τη Διαπολιτισμική ορχήστρα, που επίσης εντάσσεται στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ– βασίζεται σε παραδοσιακά τραγούδια και μουσικές των χωρών προέλευσης των μελών της –και ελληνικά βεβαίως μεταξύ αυτών–, υλικό το οποίο εμπλουτίζεται διαρκώς.
Η ανταπόκριση είναι μεγάλη, βοηθώντας άτομα από πολύ διαφορετικές κουλτούρες και παραδόσεις να επικοινωνούν και να συνεργάζονται σαν να γνωρίζονταν από πάντα. Δεν είναι βέβαια όλα τα μέλη μόνιμα, κάποια εγκαταλείπουν στην πορεία είτε λόγω άλλων υποχρεώσεων είτε επειδή φεύγουν από τη χώρα, το ανθρώπινο δυναμικό της χορωδίας όμως ανανεώνεται συνεχώς εφόσον πληθαίνουν κι οι ενδιαφερόμενοι.
Καθένας και καθεμιά άλλωστε μπορεί να δοκιμαστεί, άσχετα πόση μουσική παιδεία διαθέτει – η παιδεία της συνύπαρξης και της συνδημιουργίας έχει άλλωστε εδώ την πρωτοκαθεδρία! Ιδού πώς περιγράφουν τη μέχρι τώρα εμπειρία τους τρία από τα μέλη της Διαπολιτισμικής, την οποία πραγματικά αξίζει να ακούσετε «ζωντανά» είτε στην ΕΛΣ, είτε σε κάποια από τις ανοικτές της συναυλίες.
Η Μαργαρίτα Γκούι από την Πολωνία ήρθε στην Ελλάδα 25 χρόνια πριν, όχι ως οικονομική μετανάστρια όπως πολλοί συμπατριώτες της τη δεκαετία του ΄90 αλλά ως τουρίστρια. Δεν επέστρεψε ποτέ μόνιμα στη χώρα της, ούτε ασχολήθηκε με τη Γεωπονική που είχε σπουδάσει: Στο ταξίδι εκείνο γνώρισε έναν Αθηναίο, αγαπήθηκαν, έκαναν οικογένεια κι εγκαταστάθηκαν στην Καλλιθέα, λίγο παραπάνω από το ΚΠΙΣΝ όπου τότε βρισκόταν ο Ιππόδρομος – έχει να λέει μάλιστα πόσο αναβαθμίστηκε έκτοτε η περιοχή.
«Από το μπαλκόνι μου έβλεπα τις υπαίθριες προπονήσεις της ομάδας γιόγκα, μου άρεσαν κι αποφάσισα να συμμετάσχω, έτσι άρχισα να συχνάζω περισσότερο στο Ίδρυμα όπου τον πρώτο καιρό ερχόμουν απλώς για τη βόλτα ή για να παρακολουθήσουμε με τον σύζυγο κάποιες εκδηλώσεις.
»Τη Διαπολιτισμική Χορωδία την ανακάλυψα έναν χρόνο πριν όταν εξαιτίας μιας τενοντίτιδας δεν μπορούσα να γυμναστώ για καιρό, βρήκα λοιπόν ανατρέχοντας στα εκπαιδευτικά προγράμματα ότι θα μπορούσα εναλλακτικά να δραστηριοποιηθώ εκεί. Πήγα, δοκιμάστηκα, μου άρεσε, τους άρεσα κι αυτό με κέντρισε, πόσο μάλλον που δεν είχα ασχοληθεί ποτέ με το τραγούδι αν εξαιρέσεις ότι μικρή συμμετείχα στη χορωδία του σχολείου μου στη Βαρσοβία!
»Ένα χρόνο τώρα έχω μάθει τραγούδια και παραδόσεις από πολλά μέρη του κόσμου – Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Αφρική -, γνώρισα καταπληκτικούς ανθρώπους και εμπειρίες, η δε μαέστρος μας (η Βασούλα Δελλή) είναι πράγματι εξαιρετικός άνθρωπος».
Αγαπημένα της ελληνικά ακούσματα τα παραδοσιακά νησιώτικα, ειδικά τα κερκυραίικα, τα ρεμπέτικα – «ο άντρας μου κρατά από τα νιάτα του ένα μπουζούκι που όμως δεν μου το έχει παίξει ποτέ!», παραπονιέται – καθώς επίσης ο Γιώργος Νταλάρας, που την είχε απογοητεύσει, λέει, μια εποχή αλλά τελευταία την ξανακερδίζει, της φαίνεται πως έγινε «περισσότερο αυθεντικός και ειλικρινής». Η Μαργαρίτα είναι από το ’94 και επίσημα Ελληνίδα, αγαπά δε πολύ τη δεύτερη πατρίδα της παρότι την κούρασε αρκετά ώσπου να της δώσει εντέλει την υπηκοότητα, μια διαδικασία που «δυστυχώς, όπως πληροφορούμαι, ελάχιστα έχει απλουστευθεί από τότε».
O Louis Ngasop Fotso ήρθε στην Ελλάδα από το Καμερούν με τη σύζυγό του δυο χρόνια πριν μέσω Τουρκίας, μέσα σε μια σαραβαλιασμένη βάρκα «παρέα» με άλλα 60 άτομα. Φύγανε από την Αφρική όχι τόσο λόγω φτώχειας όσο εξαιτίας οικογενειακών προβλημάτων αλλά και για λόγους υγείας, καθώς αμφότεροι διαθέτουν, όπως λέει, ένα σπάνιο χρωμόσωμα που τους προκαλεί δυσανεξία στο τροπικό κλίμα.
«Ήμασταν πολλοί σε εκείνο το πλεούμενο, φοβόμουν ότι θα πνιγόμασταν, ευτυχώς μας βρήκε το λιμενικό ανοικτά της Χίου», θυμάται ο 36χρονος σήμερα Louis που έχει κιόλας μάθει αρκετά ελληνικά, αν και συνεννοείται καλύτερα στα αγγλικά. Λατρεύει άλλωστε την Ελλάδα κι αντίθετα με τους περισσότερους μετανάστες εκείνος ευχαρίστως θα ζούσε εδώ μόνιμα, ει δυνατόν – εδώ άλλωστε γεννήθηκε και η 14 μηνών πλέον κόρη του «με καισαρική, στο μαιευτήριο Έλενα Βενιζέλου όπου μας συνέδραμαν πολύ», καθώς λέει.
Η οικογένεια ζει σήμερα στη Δομή Προσφύγων του Ελαιώνα από όπου ελπίζει να μπορέσει σύντομα να μετακομίσει σε κάποιο διαμέρισμα καθώς «πόσο να αντέχεις να μένεις στις λαμαρίνες με τόσο κόσμο από δίπλα;». Η τελευταία δουλειά που έκανε στη χώρα του ήταν στον φημισμένο ελληνικής ιδιοκτησίας φούρνο Acropol στην πρωτεύουσα Γιαουντέ, οπότε γνώρισε καλύτερα τους Έλληνες της παροικίας κι έμαθε περισσότερα για τον τόπο. Στην Αθήνα εργάστηκε ένα διάστημα σαν σερβιτόρος – τώρα παρακολουθεί σεμινάρια προγραμματισμού Η/Υ, βοηθά δε και στον καταυλισμό όπου μπορεί.
Στη Δομή ήταν που λίγο καιρό πριν έμαθε για τη Διαπολιτισμική Χορωδία και ξεκίνησε επαφές, καθώς από 9 ετών τραγουδούσε σε εκκλησιαστική χορωδία. Με τη μουσική και τον χορό το «είχε» εξάλλου παιδιόθεν, «τι σόι Αφρικανός θα ‘μουνα αλλιώς!», χωρατεύει.
Του άρεσε μάλιστα και η Όπερα, πολύ θα ήθελε να υπήρχε στην πατρίδα του. «Όταν βρίσκομαι στις πρόβες και τις συναυλίες νιώθω τον χρόνο να σταματά κι αυτό με κάνει ευτυχή, καθαρίζει το μυαλό μου», λέει, θεωρεί δε τους ανθρώπους της Διαπολιτισμικής «δεύτερη οικογένεια». Από γνωστούς Έλληνες τραγουδιστές, εκτιμά λέει ιδιαίτερα τον Σταμάτη Κόκκοτα «και όχι μόνο για τις φαβορίτες του»!
Αισιοδοξεί για το μέλλον; «Όσο μπορώ να κρατώ το χαμόγελό μου ακόμα και στα πιο δύσκολα, παίρνω δύναμη και δεν ανησυχώ», αποκρίνεται. Όσο για τα χαρτιά που χρειάζεται η δική του οικογένεια για την παραμονή της στη χώρα, οι δυσκολίες και οι γραφειοκρατικές ταλαιπωρίες είναι βέβαια μεγάλες, ευελπιστεί όμως ότι θα τα καταφέρουν, «έχω εξασκηθεί από μικρός στην υπομονή!», θα πει.
Καταλήγοντας, εύχεται να ανακάμψει σύντομα το δοκιμαζόμενο τα τελευταία χρόνια από την υψηλή διαφθορά, τον αυταρχισμό, τις ανισότητες και μια σειρά πολιτικές και φυλετικές διενέξεις Καμερούν, όπου θα επέστρεφε μόνο για να δει τον ηλικιωμένο πατέρα του.
Ο 70χρονος Λούις Νούσι, από τα παλαιότερα και μεγαλύτερα σε ηλικία μέλη της χορωδίας, είναι από μόνος του ιστορία ολόκληρη και άκρως συναρπαστική. Έλληνας πολίτης από το 2006, ήρθε στην Αθήνα ως πολιτικός πρόσφυγας από τη μακρινή Παπούα-Νέα Γουινέα και μάλιστα το Δυτικό της κομμάτι που αφότου έφυγαν οι Ολλανδοί αποικιοκράτες προσαρτήθηκε στην Ινδονησία (1963).
Μια εξέλιξη που δεν άρεσε σε πολλούς ντόπιους που ξεκίνησαν από πολιτικές κινητοποιήσεις μέχρι αντάρτικο, διεκδικώντας μια ανεξαρτησία που δεν έφερε ούτε το «δημοψήφισμα-παρωδία» του ’69. Αντάρτης στα βουνά βγήκε τον καιρό εκείνο και παρέμεινε στη ζούγκλα κάπου δεκαπέντε χρόνια και ο Λούις ως νεαρό, τότε, μέλος του Free Papua Movement (OPM).
Συνελήφθη εντέλει το 1983 από Παπουανούς λιμενικούς του (ανεξάρτητου) ανατολικού τμήματος στη διάρκεια μιας αποτυχημένης θαλάσσιας επιχείρησης προς αναζήτηση εφοδίων, για να καταλήξει με τα πολλά μαζί με τρεις συντρόφους του μέσω ΟΗΕ και με ταξιδιωτικά έγγραφα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού προσωρινά στην Αθήνα, σε κάποιο ξενοδοχείο στην πλατεία Βάθη αρχικά, με τελικό προορισμό το Άμστερνταμ – μνημονεύει μάλιστα ακόμα τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου καθώς και την Αμαλία Φλέμινγκ για τη συνδρομή τους!
Ο κ. Νούσι δεν έφτασε ποτέ στην Ολλανδία. Έμεινε στην Ελλάδα, απέκτησε πολιτικό άσυλο, έμαθε τη γλώσσα, άλλαξε διάφορα επαγγέλματα – κηπουρός, οικοδόμος, ασφαλιστής, υπάλληλος ναυτιλιακής εταιρίας, μάγειρας και μάλιστα βραβευμένος ανάμεσα σε αυτά! -, γνώρισε και παντρεύτηκε την Γκαμπριέλα από τη Σλοβακία που συμμετέχει επίσης στη Διαπολιτισμική, σήμερα δε ζουν στη Γλυφάδα.
«Μεγάλη Αγκαλιά», «φάρμακο για την ψυχή» χαρακτηρίζει την πολυεθνική χορωδία της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ που ανακάλυψε, λέει, χάρη σε μια ενημέρωση που του ήρθε από τον ΟΗΕ. Τη θεωρεί δε από τα καλύτερα πράγματα που του συνέβησαν, μια και έχει μάθει πολλά για τα έθιμα και τις μουσικές παραδόσεις άλλων λαών, προβάλλοντας ταυτόχρονα τη δική του πατρίδα κι εξασκώντας ένα πηγαίο ταλέντο του.
Μου λέει ότι συμμετέχει επίσης στη χορωδία της Ελευθέρας Αποστολικής Εκκλησίας της Πεντηκοστής στην Καλλιθέα, όπου απόντος του πάστορα καμια φορά κηρύσσει κιόλας. Δεν έχει, εντούτοις, θρησκευτικές ή άλλες προκαταλήψεις, «αδέρφια είμαστε όλοι οι άνθρωποι και η μουσική είναι μια γλώσσα διεθνής που μας ενώνει», υπογραμμίζει, πιάνοντας ένα νοσταλγικό τραγούδι του τόπου του που έχει επίσης συμπεριλάβει το ρεπερτόριο της Διαπολιτισμικής.
Info
Οι πρόβες ξεκινούν στις 5 Νοεμβρίου και είναι ανοιχτές για κάθε ενδιαφερόμενο, Έλληνα ή ξένο
Η πρώτη συναυλία θα δοθεί την περίοδο των Χριστουγέννων.
Πληροφορίες – Εγγραφές τηλ. 213 088 5742, education@nationalopera.gr