4 ενδιαφέροντα πράγματα που αξίζει να ξέρεις για το ρεμπέτικο τραγούδι – τώρα που τιμήθηκε απ’ την UNESCO
Από τον Ευθύμη Κάλφα
Άμα τραγουδάς τον πόνο του κόσμου τραγουδάς και το δικό σου καημό. Άμα λες μόνο το δικό σου ντέρντι δεν είσαι ρεμπέτης.
Κάτι σπουδαίο για το Ρεμπέτικο τραγούδι συνέβη στις αρχές του Δεκέμβρη. Η Διακυβερνητική Επιτροπή της Σύμβασης για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (UNESCO, 2003) στη 12η ετήσια συνεδρίασή της ενέκρινε την εγγραφή του Ρεμπέτικου στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας, ύστερα από τον φάκελο υποψηφιότητας που υπέβαλε το υπουργείο Πολιτισμού.
Παρακάτω συγκεντρώσαμε 4 στοιχεία που είναι καλό να γνωρίζουμε για τη μουσική εκείνη η οποία εξελίχθηκε κυρίως στα λιμάνια ελληνικών πόλεων όπου ζούσε η εργατική τάξη (τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο) και στη συνέχεια πέρασε και σε άλλα αστικά κέντρα.
1. Πότε έχουμε την πρώτη επίσημη αναφορά της λέξης «ρεμπέτικο»;
Βρισκόμαστε κάπου ανάμεσα στα 1910 και 1913 όταν η πρώτη αναφορά γίνεται σε ετικέτες δύο δίσκων γραμμοφώνου. Ο πρώτος εκδόθηκε γύρω στο 1912 στην Κωνσταντινούπολη από τη δισκογραφική εταιρεία ORFEON RECORD με αριθμό 10188. Στη μια του πλευρά συναντάμε το τραγούδι «Απονιά» που σημείωσε επιτυχία στη Σμύρνη και έπειτα γραμμοφωνήθηκε. Στην ετικέτα του δίσκου και δίπλα στον τίτλο, μέσα σε παρένθεση, υπάρχει η ένδειξη ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ.
Ο δεύτερος δίσκος ηχογραφήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1913 από τη γερμανική δισκογραφική εταιρεία FAVORITE RECORD. Στη μια πλευρά του δίσκου υπάρχει το τραγούδι «Τίκι τίκι τακ» άγνωστου δημιουργού με ερμηνευτή τον Γιάγκο Ψαμαθιανό. Κάτω από τον τίτλο αναγράφεται και εκεί η ένδειξη ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ
2. Ποια όργανα χρησιμοποιούνται στο ρεμπέτικο τραγούδι;
Τα βασικά όργανα που συναντάμε στο ρεμπέτικο τραγούδι είναι το τρίχορδο μπουζούκι, η κιθάρα, τζουράς αλλά και ο μπαγλαμάς. Πολύ συχνά χρησιμοποιούνται επίσης το ακορντεόν, το βιολί, το πιάνο, τα κουτάλια και τα ζίλια ως κρουστά. Σε παλαιότερες ηχογραφήσεις έχουμε ακούσει και τα λεγόμενα σαντουροβιόλια (σαντούρι και βιολί), αλλά και κανονάκι και ούτι. Πολύ συχνά στα ρεμπέτικα τραγούδια ακούγεται ένας ήχος σαν γυαλί. Πρόκειται για τον ήχο που παράγεται από το χτύπημα ενός κομπολογιού σε ένα ποτήρι, γνωστό και ως ποτηροκομπολόγι. Είναι γνωστό ότι στις παρέες και στις ταβέρνες συνήθιζαν να συνοδεύουν τους μουσικούς με αυτόν τον τρόπο, συνήθεια που πέρασε και σε κάποιες ηχογραφήσεις. Στις ταβέρνες του Γυθείου, μάλιστα, μέχρι τη δεκαετία του 1980 προς ενίσχυση του ήχου ενός μπουζουκιού οι θαμώνες χρησιμοποιούσαν μεταλλικές ή γυάλινες κανάτες που έβαζαν μέσα μαχαιροπήρουνα, τις οποίες και ανακινούσαν ρυθμικά.
3. Ποιο είναι το θέμα των τραγουδιών;
Η θεματολογία των ρεμπέτικων τραγουδιών κινείται ανάμεσα στον έρωτα αλλά και στο χώρο της μαγκιάς. Αρχικά κυριαρχούσε το ερωτικό στοιχείο και το τρίπτυχο ναρκωτικά – φυλακή – παρανομία. Έχουν γραφτεί ρεμπέτικα τραγούδια για θέματα όπως ο έρωτας, τα ναρκωτικά (χασίς, κοκαΐνη κ.α.), η φυλακή, τραγούδια για συγγενικά πρόσωπα (π.χ. η μητέρα), για τον θάνατος, την ξενιτιά, ρεμπέτικα σατιρικά, για τον στρατό και τον πόλεμο, για «μικρά» θέματα της καθημερινής ζωής, για εξωτικούς τόπους, για τη φτώχεια, για την εργασία, την ασθένεια, την πορνεία, για τις μικρές λύπες και τους καημούς των ανθρώπων.
4. Η ιστορία του Ρεμπέτικου σε τρεις περιόδους:
Ένας από τους μεγαλύτερους μελετητές του ρεμπέτικου, ο Ηλίας Πετρόπουλος, χωρίζει την ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού σε τρεις περιόδους:
- 1922-1932 – Η εποχή που κυριαρχούν τα στοιχεία από τη μουσική της Σμύρνης.
- 1932-1942 – Η κλασική περίοδος.
- 1942-1952 – Η εποχή της ευρείας διάδοσης και αποδοχής.
- Η εποχή που κυριαρχούν τα στοιχεία από τη μουσική της Σμύρνης
Μετά το 1922 έγινε μίξη των τραγουδιών μ΄ εκείνα της Μικράς Ασίας και του Βοσπόρου, με έντονη την εμφάνιση του αμανετζίδικου λαϊκού τραγουδιού. Τότε εμφανίζονται και τα πολύ σημαντικά του είδους «Καφέ Αμάν» όπου το ρεμπέτικο τραγούδι άρχισε ν΄ αναπτύσσεται ευρύτατα μέχρι το 1936 όταν και απαγορεύτηκαν θεωρούμενα ως τουρκοειδή. Αξίζει να αναφερθεί πως ένα χρόνο πριν το 1935, τα αμανετζίδικα είχαν απαγορευτεί στη Τουρκία θεωρούμενα ως κατάλοιπο ελληνικό μουσικό είδος. Το 1922 είναι η χρονιά της Μικρασιατικής καταστροφής την οποία ακολουθεί η αναγκαστική πλέον ανταλλαγή πληθυσμών, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης. Πολλοί Μικρασιάτες εγκαθίστανται στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας φέρνοντας από εκεί τις μουσικές τους παραδόσεις. Αυτή την περίοδο η θεματολογία του ρεμπέτικου περιλαμβάνει κυρίως ερωτικά (όπως σε όλες τις μουσικές) αλλά και μάγκικα τραγούδια (π.χ. τραγούδια της φυλακής, ναρκωτικά).
- Η κλασική περίοδος
Βρισκόμαστε στο 1932, τότε που κυκλοφορούν οι πρώτες ηχογραφήσεις τραγουδιών από τον Μάρκο Βαμβακάρη. Μέχρι το 1941 εμφανίζονται οι περισσότεροι από τους κλασικούς συνθέτες και τραγουδιστές του ρεμπέτικου τραγουδιού στη δισκογραφία, όπως ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Δημήτρης Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μανώλης Χιώτης, ο Στελλάκης Περπινιάδης, η Ρόζα Εσκενάζυ και πολλοί άλλοι. Το 1936 με τη δικτατορία του Μεταξά, επιβάλλεται λογοκρισία. με αποτέλεσμα η δισκογραφία να προσαρμοστεί αναγκαστικά με τις αναφορές σε ναρκωτικά, τεκέδες να εκλείπουν από τις ηχογραφήσεις. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι με τη κήρυξη του πολέμου το 1940 τελείως αυθόρμητα οι ρεμπέτες της εποχής έγραψαν αρκετά αξιόλογα ρεμπέτικα τραγούδια για τη νίκη που αν και δεν απαγορεύτηκαν επισκιάστηκαν από εκείνα του ελαφρού τραγουδιού. Κατά τη διάρκεια όμως της κατοχής (1941-1946) οι ηχογραφήσεις σταματούν.
- Η εποχή της ευρείας διάδοσης και αποδοχής
Το ρεμπέτικο μετά την απελευθέρωση αρχίζει να καταξιώνεται ως λαϊκή μουσική ευρείας αποδοχής και βγαίνει από το περιθώριο. Την περίοδο αυτή, κορυφαία προσωπικότητα του ρεμπέτικου αναδεικνύεται ο Βασίλης Τσιτσάνης ενώ παράλληλα εμφανίζονται νέοι τραγουδιστές όπως η Σωτηρία Μπέλλου. Οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’50 το ρεμπέτικο, στη γνήσιά του μορφή, πεθαίνει και δίνει τη θέση του σε μια νεότερη μορφή του ρεμπέτικου το λεγόμενο αρχοντορεμπέτικο. Στη δεκαετία του ’60, αρχίζει η εποχή της «πρώτης αναβίωσης» του ρεμπέτικου, όπου και επανηχογραφούνται παλαιότερες επιτυχίες και εκδίδονται μελέτες πάνω στο θέμα και ανθολογίες τραγουδιών, από συγγραφείς όπως ο Ηλίας Πετρόπουλος και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, βιογραφίες ρεμπετών, ενώ γίνονται και αρκετές νέες ηχογραφήσεις (την πρώτη «μελέτη» όμως έχει παρουσιάσει ο Μάνος Χατζιδάκις ήδη μετά την κατοχή). Όμως από το 1944 ο Νίκος Σκαλκώτας θα εισάγει τη ρεμπέτικη μουσική στην Ελληνική συμφωνική δημιουργία: πρόκειται για το κονσέρτο για δύο βιολιά όπου εντάσσει, στο δεύτερό του μέρος, το «Θα πάω εκεί στην Αραπιά» του Βασίλη Τσιτσάνη.