Μια ξεχωριστή βραδιά με τη νέα μας έκδοση «Περπατώντας στην παλιά πόλη της Λευκάδας»

Μια ξεχωριστή βραδιά αφιερωμένη στην έκδοση του βιβλίου του Κώστα Σκλαβενίτη «Περπατώντας στην παλιά πόλη της Λευκάδας» από τις εκδόσεις Fagottobooks είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν όσοι βρέθηκαν εχθές στο Κηποθέατρο Άγγελος Σικελιανός.

Ο Κωνσταντίνος Σκλαβενίτης, άξιο τέκνο της Λευκάδας, κατάφερε  να ψηλαφίσει και να αφουγκραστεί τον παλμό της παλιάς πόλης και να τον αποδώσει στα σκίτσα του με αισθαντικότητα. Στο έργο του κυριαρχεί η αυθεντικότητα και καθρεφτίζονται με τρυφερότητα οικείες όψεις της Λευκάδας. Μέσα από το βιβλίο του μας μεταφέρει σκηνές από την καθημερινότητα του τόπου μας, από γνώριμα στενά της πόλης και λεπτομέρειες του διαρκούς εξελισσόμενου λευκαδίτικου τοπίου και εντέχνως  μετουσιώνει την βιωμένη εμπειρία του σε σκίτσα.  Το βιβλίο «Περπατώντας στην παλιά πόλη της Λευκάδας» μας δείχνει το πρόσωπο της πόλης και καταλήγει να είναι μια βιωματική εικαστική περιήγηση.

Για το βιβλίο μίλησαν ο εκδότης Νίκος Θερμός, ο σκιτσογράφος Κώστας Σκλαβενίτης, η εικαστικός Κλεοπάτρα Δίγκα, η αρχιτέκτων Χαρά Παπαδάτου ενώ χαιρετισμό απηύθυνε ο κ. Σ. Αρβανίτης.

Αξίζει να αναφερθεί πως στον χώρο είχε εκτεθεί και αριθμός φωτογραφιών από την φωτογράφιση της Χώρας, που έκανε η Χαρά Παπαδάτου το 1975. Την επεξεργασία του αρχείου και την εκτύπωση ανέλαβε ο φωτογράφος Λάμπρος Λογοθέτης και την επιμέλεια της έκθεσης η Πάττυ Καλού.

Φωτογραφία του Κώστα Κατωπόδη

Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στους παλιούς μαστόρους της Λευκάδας ως υπόμνηση ενός χρέους για την τέχνη τους.

Η ομιλία του εκδότη κ. Ν. Θερμού

«Δεν συνηθίζω να μιλάω στις παρουσιάσεις βιβλίων των δικών μου εκδόσεων-Σήμερα όμως κάνω μια εξαίρεση καθότι  είμαι κάτοικος της παλιάς πόλης για πολλά χρόνια και έχω μια ιδιαίτερη βιωματική σχέση με το αντικείμενο αυτού του βιβλίου.

Θάθελα λοιπόν   να πω δύο λόγια για το πώς φτιάχτηκε αυτό το βιβλίο.  Πέρυσι το καλοκαίρι διάβηκε την  αυλή του σπιτιού μου στη Λευκάδα ο Κωστας Σκλαβενίτης συνοδευόμενος από τον  Δημήτρη Σολδάτο  που έκανε τις σχετικές συστάσεις

Είδα ένα μάλλον συνεσταλμένο νέο άνθρωπο που κρατούσε στα χέρια του ένα ντοσιέ με 30 σχέδια της παλιάς πόλης. Τα ίδια αυτά σχέδια είχαν εκτεθεί λίγες ημέρες πριν στο πλαίσιο της έκθεσης που είχε κάνει ο ίδιος στην αίθουσα Στάμος.

Ξεκινήσαμε να μιλάμε για το ενδεχόμενο της έκδοσης ενός βιβλίου. Ξεφύλλισα το ντοσιέ με προσοχή. Στάθηκα λίγο παραπάνω στο σχέδιο που αποτύπωνε τον ναό του Παντοκράτορα. Δεν είμαι εικαστικός όμως διαπίστωσα ότι το σχέδιο έβγαζε προς τα έξω όλα τα ενδιαφέροντα στοιχεία του ναού καλύτερα και από μια φωτογραφία. Άρα το υλικό ήταν πράγματι ιδιαίτερο και με μια καθαρότητα κρυστάλλινη αναδείκνυε την ταυτότητα αυτού του τόπου.

Όμως παρόλο που το υλικό ήταν αξιόλογο δεν ήταν επαρκές για κάποια έκδοση. Με τον μικρό αριθμό των σχεδίων, το πολύ να γινόταν  κάποιο μικρό λεύκωμα που περισσότερο θα έμοιαζε με κατάλογο έκθεσης και θα διέτρεχε  τον κίνδυνο να περάσει  απαρατήρητο.

Τι έπρεπε να γίνει τώρα εδώ, πως αυτό το τόσο ενδιαφέρον υλικό δεν θα χάνονταν;

Αν  τα σχέδια πολλαπλασιάζονταν, καλύπτοντας αντιπροσωπευτικά  κτίρια της ευρύτερης παλιάς πόλης της Λευκάδας και έμπαιναν και κάποια τοπόσημα από τα περίχωρα της πόλης, όπως το κάστρο, οι μύλοι, η κουζούντελη και ούτω καθεξής, τότε θα είχαμε να κάνουμε με κάτι πληρέστερο και διαφορετικό. Αν μάλιστα τα σχέδια πλαισιώνονταν και από μικρά ενδιαφέροντα κείμενα με αρχιτεκτονικό και ιστορικό περιεχόμενο-τότε η έκδοση  θα ήταν χρήσιμη και σε κάποιον επισκέπτη της Λευκάδας και θα αποκτούσε διαχρονικό ενδιαφέρον.

Η ιδέα αυτή αντί να τρομοκρατήσει τον Κώστα του άρεσε και αμέσως στρώθηκε στη δουλειά-κάνοντας  ούτε λίγο ούτε πολύ 70 ακόμη σχέδια. « Στρίμωξα» επίσης την συνεργάτιδα μου Έφη Μπάρλα να βρει τα κατάλληλα κείμενα για διανθίσουν το βιβλίο.

Το βιβλίο λοιπόν κτίζονταν μέρα με τη μέρα και μήνες αργότερα άρχισε να αποκτάει κάποια μορφή.

Ιδιαίτερη ώθηση στο βιβλίο δόθηκε την περίοδο του Πάσχα 1ον γιατί  ο Κώστας αφιέρωσε τις πασχαλινές του διακοπές δημιουργώντας νέα ενδιαφέροντα σχέδια  και 2ο από το γεγονός ότι η κυρία Παπαδάτου είδε ένα πρώτο πρόχειρο δοκίμιο του υπό έκδοση βιβλίου.  Αμέσως διέκρινε τις αρετές του βιβλίου και ενθουσιάστηκε. Διακριτικά μάλιστα υπέδειξε κάποιες  διορθώσεις ενώ το εμπλούτισε με 3 σημαντικά κείμενα, μεταξύ των οποίων και έναν εξαιρετικό πρόλογο στον οποίο με μια φράση ποιητική και συμπυκνωμένη  αποτυπώνεται όλη η ιστορία της λευκαδίτικης ξυλοδεσιάς-μια φράση που καθιστά περιττή την ανάγνωση ενός ολόκληρου αρχιτεκτονικού εγχειριδίου)

Με την κυρία Παπαδάτου συμφωνήσαμε από την αρχή ότι αυτό το βιβλίο θα έδινε την ευκαιρία να επαναφέρουμε το ζήτημα της προστασίας και της ανάδειξης της παλιάς πόλης της Λευκάδας.

Δεν είναι τυχαίο που πριν 19 χρόνια προλόγισε και την ανατύπωση του βιβλίου του Δήμου Μαλακάση Τα Παλιά Σπίτια της Λευκάδας ένα εξαιρετικά σημαντικό βιβλίο το οποίο τιμής ένεκεν επανεκδόθηκε πριν λίγες μέρες σε 100 μόνον αντίτυπα.

Από αυτό το βιβλίο θα ήθελα να σας διαβάσω ένα μικρό απόσπασμα  από το δικό μου σημείωμα έκδοσης  που αναφέρεται  στη λευκαδίτικη ξυλοδεσιά μέσα από την προσωπική μου εμπειρία:

‘’Πριν από τέσσερα χρόνια ανακατασκεύασα το πατρικό μου σπίτι στη Λευκάδα, το οποίο είχε κτιστεί κάπου στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Θέλησα να γίνει (χωρίς να ξέρω γιατί-μόνο αργότερα κατάλαβα) με την παραδοσιακή τεχνική, κρατώντας μόνο μια πιο σύγχρονη αντίληψη στη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων.

Η ίδια η διαδικασία της κατασκευής υπήρξε μία αποκάλυψη για μένα. Παρακολουθούσα έκθαμβος την απαράμιλλη δεξιοτεχνία του μάστορα Τάκη Μεσσήνη. Ο τρόπος που δούλευε τα ξύλα, χρησιμοποιώντας μόνον ένα σκεπάρνι και ένα πριόνι (χειρός!) ήταν κάτι το απίστευτο. ‘’Άγγιζε’’ τα ξύλα σαν μάγος και αυτά μεταμορφώνονταν σύμφωνα με τις επιθυμίες του. ..Μέσα σε ελάχιστες ημέρες ο ξύλινος σκελετός από κυπαρίσσι ήταν έτοιμος.

Ένα πραγματικό έργο τέχνης! Ζωγραφική, γλυπτική, ποίηση, σοφία, ήταν όλα εδώ μπροστά μου , κατατεθειμένα από έναν απλό ξυλουργό, ο οποίος με τον τρόπο του εξευτέλιζε τα διπλώματα των ειδικών.

Ζωντανός φορέας μιας παράδοσης αιώνων , μιας αρχιτεκτονικής τεχνικής μοναδικής στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

(Ο σύγχρονος τρόπος οικοδόμησης προσφέρει σίγουρα πολλές ευκολίες. Υστερεί όμως στο γεγονός ότι το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα αποστειρωμένο και παγερό σπίτι, που ο ιδιοκτήτης του πρέπει να πασχίσει για να το ζεστάνει.

Το ξύλινο όμως σπίτι είναι από μόνο του μια ζεστή αγκαλιά.  Η γλυκιά αίσθηση του χειροποίητου κυριαρχεί παντού. Ανοίγεις την πόρτα και σε υποδέχεται η χαρακτηριστική του μυρωδιά. Είναι απόλυτα ζωντανό. Κρυώνει και ζεσταίνεται μαζί σου, μεγαλώνει και γερνάει μαζί σου. Αν το φροντίσεις  λίγο, στο ανταποδίδει στο πολλαπλάσιο. ‘’)

Να με συγχωρείτε για την λυρική κάπως έξαρση αυτού του αποσπάσματος /όμως και σήμερα που ξαναδιάβασα αυτόν τον πρόλογο 19 χρόνια μετά δεν θα άλλαζα ούτε μια λέξη.

Θέλω στο πρόσωπο του μάστορα που ανάφερα πριν, τον Τάκη τον Μεσσήνη, έναν λεβεντάνθρωπο που δυστυχώς έφυγε πέρυσι ξαφνικά, να αποτίσω έναν ελάχιστο φόρο τιμής. Δεν είναι τυχαίο που αυτή την έκδοση την αφιερώνω με την σύμφωνη γνώμη του Κώστα Σκλαβενίτη στους παλιούς μαστόρους της Λευκάδας που η μοναδική τους τέχνη κράτησε για αιώνες τη πόλη ζωντανή.

Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε όταν ο ο κατακτητής Μοροζίνι  το 1684  όρισε ότι η πρωτεύουσα του νησιού πρέπει να γίνει μέσα στη μούτελη! Μια καταστροφική απόφαση που όπως έχει πει χαρακτηριστικά η κα Παπαδάτου την πληρώνουμε ακόμη και σήμερα! Το ότι  αντέξαμε σε αυτό το χώρο με αλλεπάλληλους καταστροφικούς σεισμούς, διαδοχικούς κατακτητές, πολέμους , τραγική φτώχεια κλπ δείχνει ότι μάλλον πρέπει να είμαστε μια ανθεκτική ράτσα!.

(Ο μόνος κίνδυνος είναι  ο εαυτός μας είναι  ο εφησυχασμός  και η αδιαφορία)

Πιστεύω  ότι με αυτήν την «αγαπησιάρικη» έκδοση με τα ξεχωριστά και ευαίσθητα σχέδια του ΚΣ η παλιά πόλη αποκτά τη δική της φωνή. Μια φωνή που όμως ο ευαίσθητος αποδέκτης διακρίνει και μια  κραυγή για βοήθεια. Μας λέει αγαπητοί συντοπίτες και φίλοι της Λευκάδας:  Κοιτάξτε με είμαι πιο όμορφη οπόσο νομίζετε αλλά είμαι πολύ ευάλωτη.  Προστατέψτε με από την πυρκαγιά. Προστατέψτε με  από την ασυδοσία, την απληστία τις άστοχες αποφάσεις διαφόρων φορέων.

Σας ευχαριστώ»

Ο σκιτσογράφος Κώστας Σκλαβενίτης ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας πως η πρωταρχική ιδέα ήταν να αναδείξει την αόρατη όψη της πόλης, τα μικρά στενά, τα εγκαταλελειμμένα σπίτια, τις «ήσσονος σημασίας» αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες που μπορεί να βλέπουμε καθημερινά αλλά να μη παρατηρούμε, όλα αυτά που όσοι μεγάλωσαν στην πόλη της Λευκάδας έχουν βιώσει μέσα από το παιχνίδι, τις βόλτες και τις συζητήσεις τους στην αγορά, όλα όσα αντηχούν την καθημερινότητα της πόλης και αντικατοπτρίζουν τα ουσιώδη στοιχεία που σμίλεψαν τον χαρακτήρα του τόπου μας. Αφορμή για την έκδοση του βιβλίου στάθηκε η έκθεση με τα σκίτσα που είχε κάνει έναν χρόνο πριν στην Αίθουσα Θ. Στάμος ωστόσο με την προτροπή του εκδότη Ν. Θερμού εμπλουτίστηκαν, κατάφεραν να δημιουργήσουν την εικαστική γεωγραφία της πόλης της Λευκάδας και να πάρουν τη μορφή ενός «εικαστικού ημερολογίου» όπως ανέφερε ο ίδιος χαρακτηριστικά. Τόνισε ότι ενώ το λευκαδίτικο τοπίο εκ των πραγμάτων διαρκώς αλλάζει, επί της ουσίας οι αλλαγές που βλέπει ένας περιπατητής δεν ταυτίζονται αποκλειστικά και μόνον με τις αλλαγές που φέρνει ο ίδιος ο χρόνος, αλλά η αλλαγή αυτή επαφίεται και στην εκάστοτε διάθεση που έχει αυτός κάθε φορά που περπατάει στην πόλη ή που την ζωγραφίζει.

Η κυρία Κλεοπάτρα Δίγκα δήλωσε γοητευμένη από τα ευαίσθητα σχέδια του Κωνστανίνου Σκλαβενίτη, τα οποία της θύμισαν μια σειρά σχεδίων που είχε δει ούσα φοιτήτρια ακόμη στο γραφείο του σπουδαίου αρχιτέκτονα, Πάτροκλου Καραντίνου. Τα σχέδια του Κωνσταντίνου Σκλαβενίτη όπως ανέφερε χαρακτηριστικά είναι σχέδια «περιγραφικά, λεπτομερή με την συγκίνηση του ματιού αλλά και του βιωμένου χώρου…και μας δίνει όχι μόνο ένα πολύ αισθητικό αποτέλεσμα αλλά και την οσμή, την ατμόσφαιρα του χρώματος που απλώνεται στην πόλη, με χρώματα μαλακά, τρυφερά το ένα δίπλα στο άλλο, με λιτό τρόπο, όχι σε όλο το σχέδιο..Έτσι τα σχέδια του κερδίζουν ποιοτικά και από αυτή την γνωστή παλιά αντίληψη του non finito, που εδώ μας χαρίζει μια ανάσα από Λευκάδα, σεμνότητας και γνώσης». Εν συνεχεία μίλησε για την ιδιαιτερότητα του λευκαδίτικου σπιτιού τονίζοντας πως ο άχαρος τσίγκος «βρήκε την αισθητική του δικαίωση» ενώ τέλος αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα της διατήρησης της αρχιτεκτονικής μας ταυτότητας, κάνοντας μνεία στο σπίτι του Θεόδωρου Στάμου στην παραλία που οφείλει να αναστηλωθεί αν θέλουμε να διατηρήσουμε ζωντανή την μνήμη αυτής της πόλης.

Η κυρία Χαρά Παπαδάτου πήρε τον λόγο και μίλησε για την βαθιά συγκίνηση που της προξένησε το βιβλίο του Κ. Σκλαβενίτη όχι μόνο γιατί ο ίδιος «διαισθάνθηκε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της θαλασσινής μας πόλεως που είναι και μοναδική στη Ελλάδα » αλλά και γιατί η ίδια το 1975 είχε ακολουθήσει το ίδιο οδοιπορικό με μία φωτογραφική μηχανή για να αποτυπώσει το πορτρέτο τη πόλης της Λευκάδας το οποίο και της φανέρωσε την μέχρι τότε αθέατη πλευρά της αρχιτεκτονικής του ιδιαιτερότητας. Κατόπιν μίλησε διεξοδικά για την σημαντικότητα της λευκαδίτικης αρχιτεκτονικής, τονίζοντας ότι υπάρχει μία συνέχεια από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και αναφέρθηκε στο ότι η οικοδομική τεχνική της πόλης της Λευκάδας έχει ενσωματώσει πολλά στοιχεία της ναυπηγικής τέχνης, γεγονός που έχει καταστήσει τα σπίτια της πόλης ανθεκτικά απέναντι στους σεισμούς.

Από τον πρόλογο του βιβλίου, της κυρίας Παπαδάτου

Τό ἀνά χείρας τεῦχος μέ τίς καλαίσθητες, εὐαίσθητες καί ρομαντικές ἀπεικονίσεις τῆς Χώρας ἀπό τόν Κ. Σκλαβενίτη μέ συγκίνησε ἰδιαίτερα. Καί αὐτό διότι πρό πολλῶν ἐτῶν (1975) ἔκανα τό ἴδιο ὁδοιπορικό, μέ μέσο τόν φωτογραφικό φακό. Μιά εὐκαιρία γιά ἀναπόληση καί σύγκριση τοῦ τότε καί τοῦ τώρα. Ἡ Χώρα μας, ἡ πόλη μας, εἶναι ἡ μοναδική ξύλινη πόλη στήν Ἑλλάδα. Ἡ μοναδική θαλασσινή πολιτεία. Καί ἡ μορφολογία πού ἐκπορεύεται ἀπό τό γεγονός αὐτό, μοναδική καί αὐτή.

Ἕνας πρωτότυπος, τόσο στήν Ἑλλάδα ὅσο καί στό ἐξωτερικό, συνδυασμός τοῦ λίθινου ἰσογείου καί τῆς ξύλινης ἀνωδομῆς, πού ἡ ἀπαρχή τους ἀνιχνεύεται στό μακρινό παρελθόν τῆς φραγκοκρατίας, τότε πού οἱ κάτοικοι ἀναγκάστηκαν νά μεταφερθοῦν ἀπό τήν ΝΗΡΙΚΟ, τήν ἐπί 2.500 χρόνια πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ, στήν περιοχή τοῦ κάστρου, στήν οὐσία μέσα στήν θάλασσα, στίς ἐκτός τοῦ Φρουρίου συνοικίες, Μποῦργκο (περιοχή σημερινοῦ ΤΑΟΛ) καί Ἄλλη Μεριά (πρός τήν Ἀκαρνανία). Ζοῦσαν σέ ἕνα πλωτό περιβάλλον. Αὐτή ἡ αἴσθηση τοῦ πλωτοῦ θεωρῶ ὅτι ὁδήγησε στόν ἐμπλουτισμό τῆς ξυλοδεσιᾶς μέ στοιχεῖα, τά ὁποῖα τήν καθιστοῦν ἰδιαίτερα ἀνθεκτική στούς σεισμούς, δηλαδή στήν παλινδρομική κίνηση. Καί αὐτή ἡ παράμετρος ἦταν ἡ ναυπηγική τέχνη.

Πλεούμενα λοιπόν τά σπίτια μας πού πλέουν μέ σιγουριά στό πέλαγος τοῦ χρόνου. Μέ τά ἀρμενάλια τους, τά μπρατσόλια τους, τίς καρίνες τους, τούς μπότζους τους, τά φουγάρα τους, ὅροι ὅλοι ἀπό τήν ναυπηγική τέχνη. Καί συνέχισαν ἀργότερα ὅταν τό 1684 οἱ Ἑνετοί μεταφέρουν τήν πρωτεύουσα στήν Ἁμαξική, στήν σημερινή της θέση.
Καί ὁ σπουδαῖος λογοτέχνης Ἀνδρέας Καραντώνης, πού ἐπισκέφθηκε τό νησί στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1960, στίς Γιορτές Λόγου καί Τέχνης, καί γνώρισε τήν Λευκάδα μέσα ἀπό τίς μουντές εἰκόνες ἑνός ρημαγμένου ἀπό τούς σεισμούς καί τήν ὑγρασία τῆς θάλασσας οἰκισμοῦ, ξεπερνώντας τήν ἐπιφανειακή φτωχική εἰκόνα της, ἔγραψε ὅτι εἶναι «ἕνα γοητευτικό κρᾶμα γερασμένου ρωμαντισμοῦ, ἐμπρεσσιονισμοῦ καί κινηματογραφικοῦ ρεαλισμοῦ» (Περιοδικό ΗΩΣ).

Σήμερα θά ἀλλάζαμε μόνον μιά λέξη. Τήν λέξη γερασμένου. Διότι ἡ Χώρα τώρα ἀνθεῖ. Καί ἡ διεισδυτική ματιά τοῦ Κ. Σκλαβενίτη, ἡ εἰκαστική του ἱκανότητα στήν παρατήρηση τοῦ περιβάλλοντος, πού ἔγινε μέ μεγάλη ἀγάπη, μᾶς μεταφέρει μέ ἰδιαίτερη εὐαισθησία τόν ζωντανό πλέον ρωμαντισμό, ἐμπρεσσιονισμό, καί κινηματογραφικό ρεαλισμό τοῦ Ἀνδρέα Καραντώνη.
Ἡ ἀνθρώπινη κλίμακα πού ἡ πόλις ἀκόμη διατηρεῖ, σέ συνδυασμό μέ τίς παραδοσιακές της κτιριακές δομές, σκιαγραφοῦνται μέ ἰδιαίτερη ἱκανότητα ἀπό τόν χρωστῆρα τοῦ Κ. Σκλαβενίτη καί προσφέρουν μιά ποιητική προσέγγιση τῆς Χώρας ἀλλά καί τῆς ἀνθρώπινης κοινότητας πού τήν κατοικεῖ.

 

Top